Τετάρτη, 05 Ιουλίου 2017 11:16

Η μουριά της Κατερίνας

Η μουριά της Κατερίνας

Της Μαρίας Νίκα 
Η Κατερίνα είναι γειτόνισσά μου. Δηλαδή ήταν. Μια μέρα ήρθε και μας είπε ότι φεύγει για τη Νέα Ζηλανδία. Εκεί ζει τα τέσσερα τελευταία χρόνια…

Το κτήμα της, ένα καταπράσινο περιβόλι με ελιές, πεύκα και βουκαμβίλιες, βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το σπίτι μου. Κάποιες φορές, όταν περνάω από μπροστά του, κοντοστέκομαι στην είσοδο και χαζεύω τις τρυπητές ελαφρόπετρες από τη θάλασσα, με τις οποίες είχε στολίσει τη συρμάτινη πόρτα του κήπου. Είναι ακόμη εκεί, άθικτες. Καμιά φορά έρχονται συγγενείς και φροντίζουν το κτήμα, έτσι διατηρείται όμορφο και ζωντανό παρά την απουσία της. Τον Φεβρουάριο ήταν πάλι κάτασπρο από τις ανθισμένες αμυγδαλιές.

Κοιτάζω τον κήπο της Κατερίνας και θυμάμαι το λεπτό κορίτσι με τα ξανθά μαλλιά και το χαμόγελο. Τη βλέπω να μαζεύει τις ελιές της το χειμώνα, την παρακολουθώ το καλοκαίρι με το ψάθινο καπέλο, την πάνινη κρεμαστή τσάντα στον ώμο και τα ορειβατικά μποτάκια της, να αγκομαχάει σπρώχνοντας το ποδήλατό της στην ανηφόρα. Ακούω τη φωνή της καθώς χαιρετάει τους πάντες: «Γειά σου Μαριάννα!», «Πώς πάνε οι ντομάτες Μανώλη;», «Καλημέρα κυρ Τάσο!». Ξαφνικά με βλέπει στη βεράντα και μου φωνάζει από μακριά: «Πήγα χθες στο θέατρο και είδα την παράσταση. Καταπληκτική! Μην τη χάσεις. Να πας οπωσδήποτε!».

Η Κατερίνα φτιάχνει την καλύτερη χορτόπιτα που έχω δοκιμάσει. Με δικό της φύλλο, λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο, άγρια χόρτα και ελαιόλαδο. Χωρίς τυρί. Όσο πιο λιτή τόσο πιο νόστιμη.

Μια εποχή, που ο πατέρας μου περνούσε ένα πρόβλημα υγείας, εκείνη ερχόταν σχεδόν κάθε μέρα και τον έβλεπε. Όταν είδε ότι του άρεσε να μαστορεύει και να σκαλίζει διάφορα γλυπτά από πέτρα και μάρμαρο, έκατσε και του έφτιαξε μια ταμπέλα. «Καλλιτεχνικό Εργαστήριο» είχε γράψει πάνω στο κομμάτι ξύλου με καλλιγραφικά γράμματα και γύρω γύρω είχε ζωγραφίσει πολύχρωμα μικρά λουλούδια. Μια επιγραφή - έργο λαϊκής τέχνης. Την έχει ακόμη στο εργαστήριό του κρεμασμένη.

Κάποιο πρωί πάλι, εμφανίστηκε κρατώντας ένα δεντράκι φυτεμένο σε γλάστρα. «Σας έφερα μια μουριά» είπε. «Να τη φυτέψετε εδώ, να μεγαλώσει, να απλωθεί και να σας κάνει ίσκιο». Και τη φυτέψαμε. Και μεγαλώνει.

Έτσι είναι η Κατερίνα. Αφιερώνει χρόνο στους ανθρώπους, δίνεται στους φίλους της. Δεν ξέρω αν έχει πια την ευκαιρία να το κάνει αυτό στη μακρινή Νέα Ζηλανδία όπου βρίσκεται. Και αναρωτιέμαι πώς να περνάει στη «Γη του μακριού λευκού σύννεφου», όπως τη λένε οι Μαορί. Γιατί νέα της δεν έχω. Η Κατερίνα δεν είναι από τους ανθρώπους που τρώνε το χρόνο τους στο facebook σαν εμάς. Κάνει πιο ουσιαστικά πράγματα.

Μια φορά μόνο την είδα από τότε που μετανάστευσε. Ήταν την πρώτη χρονιά. Καλοκαίρι. Έρχεται και μου λέει κατενθουσιασμένη: «Ήξερες ότι το Ματαρόα, το πλοίο που το ΄45 μετέφερε στη Γαλλία τον Καστοριάδη, τον Αξελό και τους άλλους Έλληνες διανοούμενους, ήταν νεοζηλανδέζικο; Εγώ μόλις το έμαθα και έχω εντυπωσιαστεί. Μάλιστα όταν το καράβι πήγε στη Νέα Ζηλανδία για απόσυρση, την καμπάνα του τη δώρισαν σε ένα σχολείο, που έχει πάρει και τ' όνομά του, το Mataroa School! Τώρα που θα γυρίσω στη Νέα Ζηλανδία, θα μάθω περισσότερα κι όταν ξανάθρω στην Ελλάδα θα σου πω».

Από τότε δεν την ξαναείδα. Ένας κοινός μας φίλος όμως, μου είπε ότι ίσως έρθει αυτό το καλοκαίρι...