Τα κριτήρια, σύμφωνα με τα οποία προβλέπονταν τα κίνητρα και δίνονταν οι επιχορηγήσεις, ήταν ένας συνδυασμός γεωγραφικών, κλαδικών και περιγραφικών στοιχείων των επενδυτικών προτάσεων.
Τα κριτήρια αυτά, όμως, δεν στηρίζονταν σε συγκεκριμένα αναπτυξιακά προφίλ των ελληνικών περιφερειών, αλλά εντόπιζαν μια γενική υπανάπτυξη των περιοχών και προσπαθούσαν με τη λογική του κινήτρου να μειώσουν τις περιφερειακές ανισότητες. Έτσι, παρά την έντονη περιφερειακή διάσταση των πρώτων αναπτυξιακών νόμων, αυτοί δεν μπόρεσαν τελικά να αντιστρέψουν την άνιση κατανομή της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα και δημιούργησαν μια προβληματική κατανομή πόρων μεταξύ των περιοχών και των κλάδων.
Αργότερα και με την είσοδο των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης και του ΕΣΠΑ στις χρηματοδοτήσεις, οι αναπτυξιακοί νόμοι «διασπάστηκαν» εσωτερικά με απλά κριτήρια διαχωρισμού, σε αναπτυξιακούς που χρηματοδοτεί το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και σε αναπτυξιακούς που χρηματοδοτούνται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ή το ΕΣΠΑ.
Τα κριτήρια αυτού του διαχωρισμού ήταν περισσότερο τυπικά και ποσοτικά και δεν διαπνέονταν από μια ενιαία φιλοσοφία αναπτυξιακής παρέμβασης και αλλαγής αναπτυξιακού προτύπου. Έτσι, όμως, ο αναπτυξιακός νόμος δεν εξυπηρετούσε ούτε τους εθνικούς στόχους ούτε τους διακριτούς στόχους των διαρθρωτικών ταμείων και της πολιτικής της περιφερειακής σύγκλισης και συνοχής.
Κατά το διάστημα αυτό, οι αναπτυξιακοί νόμοι ουσιαστικά μετατράπηκαν σε απλούς μηχανισμούς επενδυτικής ενίσχυσης, που εξυπηρετούσαν μόνο επενδύσεις του συρμού, μην μπορώντας να αντισταθούν σε καμία τάση διεθνούς καταμερισμού εργασίας και τριτογενοποίησης της οικονομίας. Αντίθετα, επιβάρυναν δυσανάλογα το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με αγορά κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, χωρίς αυτός ο εξοπλισμός να μπει στην υπηρεσία μιας άλλου τύπου ανάπτυξης.
Οι προηγούμενοι και πιο πρόσφατοι αναπτυξιακοί νόμοι δεν άλλαξαν, λοιπόν, τη διάρθρωση της οικονομίας. Υπήρξε απουσία καθαρής στόχευσης και οράματος και ο ρόλος περιορίστηκε σε έναν μηχανισμό παροχής ρευστότητας, ενισχύοντας καθιερωμένους κλάδους, διστάζοντας να θέσουν διαφορετικές κλαδικές ή οριζόντιες στοχεύσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν να παραχθεί χαμηλή προστιθέμενη αξία, με αποτελέσματα που βιώσαμε όλοι. Ένα σαθρό αναπτυξιακό μοντέλο που βασιζόταν σε φούσκες, το οποίο με την κατάρρευσή του οδήγησε τελικά στην αποδιάρθρωση της παραγωγής και στην βαθιά οικονομική κρίση που και σήμερα βιώνουμε.
Τις στρεβλώσεις που παρήγαγαν αυτές οι πολιτικές –υπερσυγκέντρωση ενισχύσεων, δημιουργία υπέρογκων χρεών προς επενδυτές μέσω των υπερδεσμεύσεων, επενδύσεις χαμηλής τεχνολογίας, υψηλότατες δαπάνες ανά παραγόμενη θέση εργασίας κλπ- τις έχει αναλύσει ο αρμόδιος Υπουργός κ. Σταθάκης. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ – ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ
Όλα όμως τα παραπάνω, αυτές οι στρεβλώσεις του παρελθόντος, συνέβησαν διότι δεν υπήρξε συνολικός σχεδιασμός από την πλευρά του κράτους για το πού θα πρέπει να κατευθυνθούν οι επενδύσεις και επικράτησε μια λογική που βασιζόταν μόνο σε μια αποσπασματική και κατά περίπτωση ενίσχυση δραστηριοτήτων.
Εμείς, με τον νέο αναπτυξιακό νόμο, επιχειρούμε μια αλλαγή παραδείγματος. Δεν θέλουμε ένα κράτος πελατειακό, που να μοιράζει μετρητά σε ημετέρους, ούτε βεβαίως αντιλαμβανόμαστε το κράτος ως κράτος-νυχτοφύλακα. Το κράτος παρεμβαίνει ενεργά για να διορθώσει τις στρεβλώσεις που ενίοτε παράγει η αγορά και βεβαίως για να χαράξει τις αναπτυξιακές προοπτικές. Διότι είναι πολύ σημαντικό να βρούμε τους πόρους –δημόσιους και ιδιωτικούς- για να χρηματοδοτήσουμε την οικονομία, εξίσου όμως σημαντικό είναι να κατευθύνουμε αυτούς τους πόρους σε εκείνες τις δραστηριότητες, τους γεωγραφικούς χώρους και τα παραγωγικά υποκείμενα που θα παραγάγουν τελικά τα μέγιστα δυνατά αποτελέσματα για την οικονομία. Θέλουμε, λοιπόν, ένα κράτος επιτελικό, που δημιουργεί δίκτυα και οικονομίες κλίμακας μέσα στην οικονομία και συνδυάζει όλα τα διαθέσιμα εργαλεία πολιτικής που έχει στα χέρια του για την προώθηση του στρατηγικού σχεδίου.
Εμείς δεν μιλάμε περί ανάπτυξης, γενικώς και αορίστως. Για εμάς η ανάπτυξη έχει σαφές πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο. Ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι η συρρίκνωση μισθών και συντάξεων, ούτε η μετατροπή της χώρας σε μια τεράστια Ειδική Οικονομική Ζώνη. Η ανάπτυξη πρέπει να είναι βιώσιμη και δίκαιη.
Βιώσιμη σημαίνει ενίσχυση στοχευμένων παραγωγικών επενδύσεων: δημόσιων, ιδιωτικών και κοινωνικών. Δίκαιη ανάπτυξη σημαίνει αναλογικότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου και μέσω αυτής της αναδιανομής περισσότερη δημοκρατία στις παραγωγικές σχέσεις.
Σε αυτήν τη λογική, προχωρούμε σε έναν συνολικό σχεδιασμό για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση όλων των χρηματοδοτικών πόρων που έχουμε στη διάθεσή μας. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να βλέπουμε κάθε χρηματοδοτικό εργαλείο, είτε αυτό είναι το ΕΣΠΑ είτε είναι ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, αποκομμένο και ξεκομμένο από τη συνολικότερη προσπάθεια.
Γι’ αυτό είμαστε πάρα πολύ ευτυχείς που κατορθώσαμε το ΕΣΠΑ και ο αναπτυξιακός νόμος να διέπονται από την ίδια φιλοσοφία και να ακολουθούν τους ίδιους κανόνες, τόσο ως προς τη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων για τους τομείς και τους κλάδους οι οποίοι είναι επιλέξιμοι, αλλά και ως προς την επενδυτική λογική η οποία ακολουθείται. Ξεφεύγουμε από μια απλή επιδοματική λογική η οποία επικρατούσε στο παρελθόν και μπαίνουμε στη χρήση πιο σύνθετων εργαλείων, τα οποία θα μας δώσουν τη δυνατότητα να έχουμε μεγιστοποίηση των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων για την οικονομία.
Όπως γνωρίζετε, στο ΕΣΠΑ έχουν αναγνωριστεί οκτώ βασικοί τομείς προτεραιότητας. Αυτοί ακριβώς οι ίδιοι τομείς προτεραιότητας αναγνωρίζονται και στον Αναπτυξιακό Νόμο. Και βεβαίως, πόροι του ΕΣΠΑ έχουν δεσμευθεί, έτσι ώστε να καλύψουν ανάγκες του νέου Αναπτυξιακού Νόμου.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΝΟΜΟΥ
Σχετικά με τη φιλοσοφία του νέου νόμου, θα πρέπει να πούμε ότι ο νόμος στοχεύει στη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας. Εντάσσεται, λοιπόν, στο πλαίσιο δημιουργίας του νέου παραγωγικού μοντέλου που ήδη υλοποιούμε. Ταυτόχρονα, στοχεύει στη δημιουργία καινοτομικών προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας. Μέσω του Αναπτυξιακού Νόμου, ο στόχος είναι να φέρουμε στο προσκήνιο της παραγωγικής διαδικασίας αυτά τα στρώματα, τους νέους επιστήμονες και τους νέους επιχειρηματίες, τα οποία θα αναλάβουν να πάρουν πάνω τους την υπόθεση της ανάπτυξης.
Ο Αναπτυξιακός Νόμος δεν είναι ένας νόμος γενικός, που απευθύνεται αδιαφοροποίητα σε όλους, αλλά «απαντά» σε συγκεκριμένα προβλήματα. Εξειδικεύεται σε οκτώ επιμέρους καθεστώτα ενίσχυσης, με διαφορετική στόχευση το καθένα, μέσα από τα οποία, πλέον, θα υλοποιείται το έργο του.
Θα μου επιτρέψετε να σταθώ σε μερικά από αυτά, εντελώς ενδεικτικά βεβαίως, για να αναδειχθεί και η συμπληρωματικότητα με τα άλλα εργαλεία όπως είναι το ΕΣΠΑ.
Πρώτον, ενισχύσεις μηχανολογικού εξοπλισμού: Στόχος είναι η ταχεία ένταξη επιχειρήσεων κάθε τύπου για απόκτηση μηχανολογικού εξοπλισμού και μεταφορικών μέσων χωρίς διαγωνιστική διαδικασία και καταβολή της ενίσχυσης άμεσα με τη διενέργεια διοικητικών ελέγχων. Συμβάλλουμε έτσι στην αναβάθμιση της επιχείρησης και λειτουργούμε συμπληρωματικά προς αντίστοιχες δράσεις του ΕΣΠΑ για την επέκταση της δραστηριότητας των υφιστάμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Για πρώτη φορά, μάλιστα, δίνονται κίνητρα για την απόκτηση μεταχειρισμένου μηχανολογικού εξοπλισμού, κάτι που θα δώσει την ευκαιρία για την αξιοποίηση αργούντος παραγωγικού δυναμικού.
Δεύτερον, επενδύσεις καινοτομικού χαρακτήρα για μικρομεσαίες επιχειρήσεις: Να σημειώσω εδώ ότι μια πολύ σημαντική καινοτομία του νέου Αναπτυξιακού Νόμου αποτελεί η έμφαση που δίνεται στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών. Οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών συνεισφέρουν στην αποδοτικότερη λειτουργία του Δημοσίου και των επιχειρήσεων, καθώς αυξάνουν οριζόντια τις δυνατότητες για καινοτομία σε όλους τους βιομηχανικούς και άλλους τομείς της παραγωγής, βελτιώνουν την παραγωγικότητα, βοηθούν στη βελτιστοποίηση της χρήσης των πόρων και διευκολύνουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων στις αγορές.
Ειδικά για την Ελλάδα, ο κλάδος των νέων τεχνολογιών είναι ένας τομέας που διαθέτει όλα τα ώριμα χαρακτηριστικά, τεχνογνωσία και ανθρώπινο δυναμικό, για να αποτελέσει ένα από τα πλέον σημαντικά άυλα πλεονεκτήματα της χώρας, στο οποίο θα επενδύσει σημαντικά στην επόμενη κρίσιμη για την ανάκαμψη περίοδο. Τόσο μέσω του ΕΣΠΑ όσο και μέσω του αναπτυξιακού νόμου, δίνουμε μεγάλη έμφαση στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, κάτι που είχε μείνει μόνο στις διακηρύξεις σε προηγούμενες αντίστοιχες προσπάθειες.
Τρίτον, επιχειρηματικές συστάδες και clusters: Στόχος εδώ είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε συνεταιριστικά σχήματα και δικτυώσεις, με σκοπό την αύξηση της συνεργατικής κουλτούρας της ελληνικής επιχειρηματικότητας, την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της εξωστρέφειας. Αντίστοιχες δράσεις έχουν ήδη προκηρυχθεί και από το νέο ΕΣΠΑ.
Τέλος, σε σχέση με τα καθεστώτα ενίσχυσης, θα μου επιτρέψετε να μιλήσω για τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τα ταμεία συμμετοχών, μέσω των οποίων δίνεται η δυνατότητα να αποκτήσουν οι επιχειρήσεις πρόσβαση σε κεφάλαια συμμετοχών, με σκοπό την τόνωση της ρευστότητάς τους και την επέκταση των δραστηριοτήτων τους. Εδώ η φιλοσοφία, η στόχευση, ο σχεδιασμός και η προετοιμασία είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με το παρελθόν.
Να θυμίσω ότι ο σχεδιασμός χρηματοδοτικών εργαλείων του παρελθόντος δεν είχε καμία πρόβλεψη για τις επιχειρήσεις που εντάσσονταν στους παλιούς αναπτυξιακούς νόμους, ενώ και η πορεία απορρόφησής τους ήταν τραγική.
Όταν παραλάβαμε εμείς, η απορρόφηση από τα χρηματοδοτικά αυτά εργαλεία δεν ήταν ούτε στο 1/3 των πόρων. Είχαν «παρκάρει» σε αυτά περίπου 1,5 δισ. ευρώ, τα οποία δηλώνονταν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις ως απορρόφηση, ενώ τα χρήματα αυτά δεν τα είχαν δει ποτέ οι επιχειρήσεις. Και σε αυτόν τον τομέα, λοιπόν, εξυγιαίνουμε την κατάσταση, ενεργοποιώντας πόρους και διοχετεύοντάς τους εκεί που υπήρχε ζήτηση και αφήνοντας στην αγορά ενεργά δύο χρήσιμα για τις επιχειρήσεις εργαλεία μέχρι και το φθινόπωρο του 2016, με στόχο να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες σε φθηνό δανεισμό με επιτόκια γύρω στο 3,5%.
Θέλω να πω και δυο λόγια για τη χρηματοδότηση του αναπτυξιακού νόμου. Έχει ήδη ειπωθεί ότι η αρχική χρηματοδότηση είναι 3,6 δισ. ευρώ ενισχύσεων, τα οποία θα δοθούν τα προσεχή χρόνια, 600 εκατ. από το ΕΣΠΑ και περίπου 1,3 δισ. από το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Το ποσό αυτό θα αυξάνεται σταδιακά από τη χρήση των χρηματοοικονομικών εργαλείων, ενώ θα ακολουθεί και την αυξητική τάση του εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, γιατί εμείς για δεύτερη χρονιά προχωρούμε στην αύξηση του Εθνικού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά επιπλέον 250 εκατ. ευρώ και θα συνεχίσουμε να το αυξάνουμε τα επόμενα χρόνια, όπως θα δείτε και στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που θα καταθέσουμε το επόμενο διάστημα.
Κάνουμε, δηλαδή, το ακριβώς ανάποδο από αυτό που έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Δηλαδή, όταν είχαμε έξι χρόνια συνεχούς μείωσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και ενώ μειωνόταν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ταυτόχρονα εντάσσονταν νέες επενδύσεις στους παλιούς αναπτυξιακούς νόμους, τις οποίες θα έπρεπε να καλύψει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Είχαμε, δηλαδή, 6 δισ. ευρώ «φέσι» από τους αναπτυξιακούς νόμους, 6 δισ. ευρώ υπερδεσμεύσεις από το ΕΣΠΑ, 12 δισ. ευρώ, δηλαδή συνολικά «πολιτική» με λεφτά που δεν υπήρχαν, κοινώς εξαπάτηση του κόσμου. Αυξάνοντας, λοιπόν, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, δίνουμε μια επιπλέον χρηματοδοτική ώθηση στον Αναπτυξιακό Νόμο.
Θα πω και δυο λόγια και θα κλείσω για το ΕΣΠΑ και την ενεργοποίηση του ΕΣΠΑ 2014-2020, επειδή ακούστηκαν κάποιες ανακρίβειες στη Βουλή. Κατ’ αρχάς, η χώρα είναι πρώτη σε όλους τους δείκτες ενεργοποίησης ανάμεσα στα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο ως προς την έγκριση των προγραμμάτων όσο και ως προς την εξειδίκευσή τους.
Ήδη έχει εξειδικευθεί το 25% των προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ και μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου θα έχει εξειδικευθεί το 50%. Θα βρίσκονται, λοιπόν, ήδη 9 δισεκατομμύρια ευρώ κοινοτικής συμμετοχής στις προσκλήσεις του νέου ΕΣΠΑ μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη. Προφανώς οι πληρωμές των έργων προχωρούν με εντατικούς ρυθμούς και ήδη τα στοιχεία δείχνουν ότι φέτος βρισκόμαστε σε καλύτερο σημείο σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές.
Η κοινοτική συνδρομή, την οποία έχει εισπράξει η χώρα από το νέο ΕΣΠΑ, ανέρχεται ήδη στο 13% του συνόλου των κοινοτικών πόρων που έχουμε στη διάθεσή μας. Για μια ακόμη χρονιά θα επιτύχουμε όλους τους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους που έχουμε θέσει για το νέο ΕΣΠΑ. Διαψευστήκατε πανηγυρικά το 2015 όσοι κινδυνολογούσατε. Θα διαψευστείτε και φέτος. Το ΕΣΠΑ δεν είναι προνομιακό πεδίο άσκησης αντιπολίτευσης και, απ’ ότι φαίνεται από τη συζήτηση αυτών των ημερών, ούτε και ο Αναπτυξιακός Νόμος είναι.
Θα μου επιτρέψετε, όμως, να κάνω κι ένα σχόλιο, επειδή ακούστηκε από τους εισηγητές του Ποταμιού, περί γραφειοκρατίας. Προφανώς δεν έχουν δει τις τελευταίες εξελίξεις. Οι ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης του προηγούμενου ΕΣΠΑ ήταν 60 κι εμείς τους μειώσαμε σε 5. Αν αυτό σημαίνει αύξηση της γραφειοκρατίας, ο καθένας βγάζει τα συμπεράσματά του.
Κλείνοντας, για πρώτη φορά ενοποιούνται σε μια κοινή στρατηγική το ΕΣΠΑ και ο αναπτυξιακός Νόμος. Για πρώτη φορά υπάρχει γενική, αλλά και περιφερειακή αναπτυξιακή φιλοσοφία. Για πρώτη φορά ο αναπτυξιακός νόμος δεν θα συμβάλλει μόνο στους δείκτες απορρόφησης, αλλά και στην αλλαγή της παραγωγικής διάρθρωσης. Για πρώτη φορά όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία θα «κτυπούν» στον ίδιο ρυθμό και οι κλασικές επιδοτήσεις, αλλά και τα σύγχρονα εργαλεία μόχλευσης. Για πρώτη φορά, τέλος, αντιστρέφονται τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του νόμου και από απλός επενδυτικός, δηλαδή από απλό άθροισμα μεμονωμένων επενδύσεων, γίνεται αναπτυξιακός με σαφή περιφερειακά, κλαδικά και επενδυτικά κριτήρια και δύο πρόσθετα χαρακτηριστικά: συγκεκριμένη αναπτυξιακή στρατηγική (έξυπνη εξειδίκευση) και συγκεκριμένη στοχοθεσία (εξωστρέφεια).
Ο νέος αναπτυξιακός νόμος αποτελεί τομή για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και θα συμβάλει αποφασιστικά στην προσπάθεια για δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη.