Επίσης, με το δημόσιο κάψιμο σειράς κλασικών βιβλίων, τις δολοφονίες αντιπάλων, τις φυλακίσεις, τις εξορίες χιλιάδων πολιτών όλου του πολιτικού φάσματος, τη γενικευμένη τρομοκρατία, την ραγδαία σύμφωνα με την ΟΥΝΡΑ επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των πολιτών, όπου μόνο το 17% έχει εισόδημα πάνω από το όριο επιβίωσης κ.ά. (Άλκης Ρήγος, ομότιμος καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου).
Ο δικτάτορας αναγκάστηκε το 1940 να ταχθεί στο πλευρό των συμμάχων γιατί ο βασιλιάς ήταν αγγλόφιλος και ο συσχετισμός δύναμης έδειχνε, όπως και αποδείχτηκε, ότι ο φασιστικός άξονας θα έχανε τον πόλεμο. Για τη στάση του είναι χαρακτηριστική η επισήμανση του μεγάλου μας ποιητή Γιώργου Σεφέρη το 1941: «Όταν ήρθε η 28η, δεν μπόρεσε να ιδεί [ο Μεταξάς] ότι τότε μόνο, και όχι στις εορτές του Σταδίου, ολόκληρος ο λαός ήταν μαζί του, μαζί με την απάντηση που έδωσε στον Γκράτσι την αυγή. Δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι η ημέρα εκείνη δεν επικύρωνε αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου». Η λαϊκή έξαρση, λοιπόν, έπαιξε καταλυτικό ρόλο. Μια έξαρση που, όπως παρατηρεί ο ταξίαρχος Μάγερς -μετέπειτα αρχηγός της βρετανικής αποστολής στο βουνό- «ανάγκασε τον τακτικό στρατό να πολεμήσει», ανατρέποντας τα σχέδια του επιτελείου (με αυτή τη γνώμη συμφωνεί και η απόρρητη έκθεση του στρατηγού Καθηνιώτη για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του '40).
Αυτή η λαϊκή έξαρση και το αγωνιστικό φρόνημα οδήγησε στην παλλαϊκή αντίσταση του ΕΑΜ απέναντι στον ενδοτισμό και την "απόδραση" της αστικής πολιτικής ηγεσίας. Αυτό που είχε διαγνώσει από τότε ο μεγάλος μας ποιητής (και αστός διπλωμάτης) Γιώργος Σεφέρης στο Ημερολόγιό του:
«Είναι παράξενο και υπέροχο να το συλλογίζεται κανείς. Ο λαός έκανε μόνος του αυτό που έκανε - μόνος του... Από το ένα μέρος ένα άνθισμα, μια ανώνυμη ανάσταση, και από το άλλο μέρος ο καρκίνος της Μπρετάνιας [το ξενοδοχείο της Μ. Βρετανίας, όπου, μακριά από το μέτωπο, είχε εγκατασταθεί όλο το διάστημα του πολέμου το Γενικό Επιτελείο και η Κυβέρνηση] με τους σκοτεινούς διαδρόμους και τις απελπιστικές χειρονομίες...».
Και σαν να μην έφτανε αυτή η προβληματική αναφορά του κ. δημάρχου, συνέχισε τις δηλώσεις του, «χρεώνοντας» στη Μεταπολίτευση την κύρια ευθύνη για τα «δεινά» της χώρας, παρακάπτοντας το γεγονός ότι στη Μεταπολίτευση θεμελιώθηκε η δημοκρατία.
Ας δούμε όμως μερικές παραμέτρους αυτής της περιόδου και της επομένης που την ακολούθησε. Μετά το 1974 αίρονται οι αποκλεισμοί και οι διακρίσεις. Περιορίζεται ο ρόλος του στρατού, αποκαθηλώνεται η μοναρχία, νομιμοποιείται το Κομμουνιστικό Κόμμα, καθιερώνεται η δημοτική στην εκπαίδευση, το δικαίωμα ψήφου στα 18, η ισότητα των δύο φύλων, η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και πάρα πολλά άλλα. Ταυτόχρονα, στη Μεταπολίτευση η παρέμβαση του κράτους στην οικονομία διογκώθηκε και διευρύνθηκε στην κατεύθυνση της άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Το κράτος ανέλαβε να παίξει όλο και πιο ενεργό ρόλο στην αναδιανομή του πλούτου, τη ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων και στην κοινωνική αναπαραγωγή, όπως αναφέρει ο Πολυμέρης Βόγλης, αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, οριοθετώντας (όπως και πολλοί άλλοι σύγχρονοι ιστορικοί) το πέρας της Μεταπολίτευσης το 1989.
Στις επόμενες δύο δεκαετίες συντελείται το τέλος του προαναφερόμενου μοντέλου κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης. Με το πείραμα των «προβληματικών επιχειρήσεων», αλλά και την υπαγωγή του κράτους στον κομματικό μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ. Ο ρόλος του κράτους διαρκώς συρρικνώνεται. Προκρίνονται οι ιδιωτικοποιήσεις δημoσίων επιχειρήσεων, η εκχώρηση δημόσιου πλούτου και η διαρκής επέκταση του ιδιωτικού τομέα σε ένα σύνολο δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, που αποτελούσαν προνομιακό ή και αποκλειστικό πεδίο δραστηριότητας του κράτους: υγεία, ασφάλιση, παιδεία, ασφάλεια, μεταφορές, επικοινωνίες. Παράλληλα, το κοινωνικό κράτος που είχε οικοδομηθεί μεταπολιτευτικά αποσυντίθεται κάτω από το βάρος της μείωσης των κονδυλίων, της κακοδιαχείρισης και της αύξησης των ελλειμμάτων. Σε μεγάλο βαθμό αυτές οι εξελίξεις ήταν αποτέλεσμα της ιδεολογίας του «λιγότερο κράτος», η οποία αποτέλεσε το πεδίο σύγκλισης και των δύο μεγάλων παρατάξεων, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Έτσι οι προγραμματικές διαφορές αμβλύνθηκαν. Η έννοια του Κέντρου, η οποία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη στη Μεταπολίτευση, κατασκευάστηκε, δημιουργώντας τους αντίστοιχους πολιτικούς χώρους (κεντροαριστερά, κεντροδεξιά), που υποδήλωναν τη δομική ομοιότητά τους. Η πραγματική σύγκλιση των δύο μεγάλων κομμάτων σήμανε τη μετάβαση από τη πολιτική στην μετα-πολιτική: η κυβέρνηση μετατράπηκε σε διακυβέρνηση και η πολιτική σε διαχείριση, ενώ "δομήθηκε" ένα συμπαγές σύμπλεγμα διαπλοκής (πολιτική εξουσία - οικονομικές ελίτ - Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης). Η κοινωνία που διαμορφώθηκε μέσα από τις αλλαγές των δύο τελευταίων δεκαετιών βρίσκεται στον αντίποδα της κοινωνίας της Μεταπολίτευσης.
Εδώ λοιπόν, σ' αυτές τις δύο τελευταίες δεκαετίες πρέπει να αναζητηθούν οι ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση, αν θέλουμε να είμαστε απολύτως συνεπείς με την ιστορική αλήθεια.
* μέλος της Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ Μεσσηνίας