Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε την έντονη ιδιαιτερότητα της Ινδίας, με τους βαθείς κοινωνικούς διαχωρισμούς και την έντονη γλωσσική διαφοροποίηση -με τις επίσημες γλώσσες του κράτους να ανέρχονται σε 29- ο σκηνοθέτης οδηγήθηκε στην αρχή της παρουσίασής του στον σχηματικό παραλληλισμό της Ινδίας με την Ευρώπη, αν η δεύτερη αποτελούσε ένα εθνικό κράτος. Αυτή ακριβώς η πολυσυλλεκτικότητα της Ινδίας είναι που αποτελεί τελικά και μια ανεξάντλητη πηγή θεμάτων για ντοκιμαντέρ. Τα θεμελιώδη συστατικά που συνθέτουν το πολυποίκιλο μωσαϊκό της σύγχρονης Ινδίας και αναδείχτηκαν μέσα από την παρουσίαση του σκηνοθέτη, είναι το ανεξίτηλο σημάδι της αποικιοκρατίας, η λογοκρισία που ασκεί το κράτος σε οποιαδήποτε μορφή αμφισβήτησης του αναπτυξιακού μοντέλου της Μεγάλης Ινδίας, ο ρόλος των καστών ως προς την κανονικοποίηση της εκμετάλλευσης των ανθρώπων και τέλος η θέση της γυναίκας και πώς αυτή μεταβάλλεται.
Το σεμινάριο ήταν πολύ βοηθητικό στο να σχηματίσουμε έναν πιο ξεκάθαρο άξονα κατανόησης, πάνω στον οποίο 'κρεμάσαμε' όλα τα στολίδια - ντοκιμαντέρ που κατά την διάρκεια των τριών φεστιβάλ, αλλά και του πανοράματος ντοκιμαντέρ Καλαμάτας “τεκμηρίωσις” προηγουμένως, μπορέσαμε να συλλέξουμε.
Αποικιοκρατία
Το κινηματογραφικό είδος του ντοκιμαντέρ ξεκίνησε στην Ινδία σαν εργαλείο προπαγάνδας της αποικιοκρατίας. Έτσι ενώ υπήρχε η τεχνολογία, λειτουργούσε προς όφελος των κυρίαρχων και όχι προς όφελος της ιστορικής τεκμηρίωσης. Εμείς, πάντως, πήραμε μια γεύση από το πλούσιο αρχειακό υλικό στο ντοκιμαντέρ για τη ζωή του Γκάντι “Mahatma, A grade soul of 20th century” Vitalbhai K. Jhaveri. Αν και το 1947 ανακηρύχθηκε επίσημα η ανεξαρτησία της Ινδίας, τα νωπά σημάδια της αποικιοκρατίας γίνονται διακριτά και στο σήμερα. Μας δίνει μια αίσθηση, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο σκηνοθέτης, ακόμα και το πιο απλό, ο αριθμός τμημάτων αγγλικής λογοτεχνίας στα πανεπιστήμια της χώρας που υπερτερεί αυτού της ινδικής…
Λογοκρισία
Με την ανακήρυξη του ανεξάρτητου κράτους συστάθηκε μια κρατική υπηρεσία προώθησης μιας εξιδανικευμένης εικόνας της Ινδίας. Στόχος, μέσω της ωραιοποίησης, ήταν η διασφάλιση της εθνικής ενότητας. Το 1967 σημειώθηκε μια σημαντική αλλαγή, όταν για πρώτη φορά εμφανίζονται ανεξάρτητοι κινηματογραφιστές που αμφισβητούν την εικόνα της Ινδίας και θέτουν καίρια ερωτήματα πάνω στο ζήτημα της ανάπτυξης. Κατά πόσο η πολυπόθητη ανάπτυξη συμπορεύεται με την ινδική κουλτούρα ή είναι αποκύημα της αποικιοκρατίας. Το 1975-1977 πραγματοποιείται ένα πραξικόπημα, 2 χρόνια μαύρης ιστορίας με κατάφωρη απουσία δικαιωμάτων που στιγμάτισε και καθόρισε την ματιά των σύγχρονων Ινδών κινηματογραφιστών.
Το 1986 στο ντοκιμαντέρ “Bombay our City” Anand Patwardhan, έχουμε μια σημαντική καταγραφή της διαδικασίας εκμοντερνισμού της Βομβάης, με την κατεδάφιση φτωχογειτονιών που άφησαν στο δρόμο έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που δεν είχαν τίποτα παρά μόνο τα παραπήγματα που τους διέλυσαν οι μπουλντόζες.
Πρώτη φορά που αμφισβητείται το μοντέλο ανάπτυξης, με σαφείς βολές ενάντια στην κυβέρνηση, είναι με το ντοκιμαντέρ “A day in the life of an Untouchable Sweeper” ή αλλιώς “Shit”. Στο ντοκιμαντέρ παρουσιάζεται η καθημερινότητα μιας καθαρίστριας που μαζεύει σκατά από το δρόμο. Είναι μια γυναίκα από την χαμηλότερη κάστα και κάνει αυτή τη δουλειά εδώ και 25 χρόνια. Ξυπόλητη, με γυμνά χέρια, ρίχνει πρώτα μια αντισηπτική σκόνη πάνω στους λόφους των περιττωμάτων και μετά τα μαζεύει με ένα χαρτόνι σε ένα κουβά. Όταν γεμίσει ο κουβάς μεταφέρεται στην πιο κοντινή τουαλέτα που είναι μισό χιλιόμετρο απόσταση. Αυτή η διαδρομή γίνεται κατ' ελάχιστον 3 φορές την μέρα.
Οι καθαριστές είναι μια πολύ χαμηλά αμειβόμενη εργασία, για την οποία το κράτος αδιαφορεί πλήρως. Δεν παρέχεται σε αυτούς τους ανθρώπους ούτε καν ένας απλός εξοπλισμός (σκούπα, φαράσι, στολές, μάσκες, γάντια). Καθώς αυτοί οι άνθρωποι ανήκουν στην πιο χαμηλή κάστα, έχουν την υποχρέωση να φέρνουν σε πέρας τις 'κατώτερες' δουλειές. Η υποχρέωση είναι μια έννοια με βαθιά και βαριά μεταφυσική προέκταση στο ινδουιστικό δόγμα. Οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και στην προκειμένη και εργασίας, δεν επισύρουν κανενός είδους αντίδρασης καθώς γίνονται αντιληπτές ως τιμωρία που πρέπει να πληρώσουν οι άνθρωποι της κατώτερης κάστας για να απαλλαγούν από το κρίμα της προηγούμενης ζωής τους. Η μεταφυσική διάσταση με την οποία ντύνεται η όλη κακοποίηση αυτών των ανθρώπων, ουσιαστικά συνθέτει και το πρίσμα κανονικοποίησης αυτής της κατάστασης. Οι άνθρωποι αυτοί φυσικά προσβάλλονται πολύ συχνά από μολυσματικές ασθένειες, όπως η χολέρα, και το ποσοστό θνησιμότητας είναι πολύ μεγάλο. Η κατάσταση διαιωνίζεται καθώς στοιχειώνεται από την έννοια του πεπρωμένου. Αυτό που κυριαρχεί στη σκέψη όλων είναι ότι “δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτό!”.
Τα ντοκιμαντέρ που πραγματεύονται θέματα κοινωνικά και καταγράφουν εικόνες από την πραγματική Ινδία, όπως τα παραπάνω, ουσιαστικά απορρίπτονται από την κρατική επιτροπή λογοκρισίας και δεν προβάλλονται ποτέ στην Ινδία. Όποιος δημιουργός στηλιτεύει το υπάρχον σύστημα, δεν θεωρείται καλός πατριώτης, καθώς πιστεύεται πως επιλέγει με αυτές τις εικόνες να δυσφημίσει τη χώρα του. Όλοι, λοιπόν, οι σύγχρονοι δημιουργοί βρίσκουν βήμα ελεύθερης διακίνησης των ιδεών μόνο μέσω του ΥouTube και έχει πολύ ενδιαφέρον να τα αναζητήσετε.
Κάστες και πεπρωμένο
Το κοινωνικό σύστημα της Ινδίας, με βάση το αφήγημα του ινδουισμού, είναι ιεραρχημένο αυστηρά πάνω σε 4 κάστες, με τους Dalits (Ανέγγιχτους) να βρίσκονται εγκλωβισμένοι στον πάτο του κοινωνικού πυθμένα. Οι απόκληροι των απόκληρων, τους οποίους κανείς δεν πρέπει να αγγίξει γιατί θα μολυνθεί. Εν έτει 2017 φαντάζει εξωφρενικό: μια ρήτρα της οποίας η τήρηση γίνεται με θρησκευτική ευλάβεια, πατώντας στο αφήγημα της μετενσάρκωσης. Ο καθένας, ανάλογα με την κάστα στην οποία έχει γεννηθεί, υπόκειται σε μια ηθική υποχρέωση που πρέπει να τηρήσει, ειδάλλως δεν μπορεί να ελπίζει στην επόμενη ζωή για μια καλύτερη διαβίωση.
Ποια είναι όμως η ηθική υποχρέωση της υψηλής κάστας των βραχμάνων; Μα φυσικά να προστατεύουν τα προνόμια της κάστας τους, ζώντας μέσα στις υλικές ανέσεις, σε ειδυλλιακά μέρη, ενασχολούμενοι με τη φιλοσοφία, τη μουσική, την ποίηση, αναπτύσσοντας μια υψηλή κουλτούρα που, φυσικά, οδηγεί τους ανθρώπους σε υψηλά επίπεδα και τους καταξιώνει, όπως παρουσιάστηκε εύγλωττα στο ντοκιμαντέρ “The Story of Gitanjali” Reba Son, για τον νομπελίστα ποιητή Ραβιντρανάθ Ταγκόρ. Και πώς θα μπορούσαν άνθρωποι της ανώτερης κάστας, όπως ακόμη και ο γνωστός σε όλους μας Μοχάντας Γκάντι, να μην καταξιωθούν; Ξεκινούν την ζωή τους ήδη μέσα στην θαλπωρή της ιδέας πως γεννήθηκαν ανώτεροι από άλλους ανθρώπους. Είναι οι εκλεκτοί, αυτοί που έχουν πράξει το σωστό και στο τώρα δικαιώνονται. “Μα σίγουρα θα είχε κάποια ιδιαίτερη κλίση για να κερδίσει το νόμπελ ποίησης”, μου λέει χαρακτηριστικά μια φίλη που βλέπαμε μαζί το ντοκιμαντέρ για τον Ταγκόρ. Μα σίγουρα, αλλά αυτή η κλίση θα μπορούσε να έχει ανθίσει αν αυτός ο άνθρωπος γεννιόταν στην κατώτερη κάστα;
Παλιότερα, είχαμε πάρει μια γεύση για το αγκάθι των καστών στο ντοκιμαντέρ “Τα παιδιά της πυράς” Rajesh Jala, από αυτά που όποιος δει δεν μπορεί να ξεχάσει, όπου παρουσιαζόταν η ζωή μικρών παιδιών από την κάστα των Νταλίτς που στο Μπενάρες ήταν επιφορτισμένα με την μιαρή δουλειά της καύσης των νεκρών. Οι μικροί διάολοι με τα κόκκινα μάτια, όπως τους προσφωνούσαν οι συγγενείς των νεκρών, ήταν αφημένοι πλήρως στο έλεος του πεπρωμένου τους.
Ενδιαφέρον είχε η παρατήρηση του σκηνοθέτη, ο οποίος στο ντοκιμαντέρ του σκιαγραφεί τη ζωή ομοφυλόφιλων και τρανσέξουαλ, που ο στιγματισμός τους από την Ινδική κοινωνία αλλά και το κράτος είναι καθολικός με τον όρο No Ηumans ...Όχι Άνθρωποι, ότι ακόμη και αυτοί οι απόκληροι της κοινωνίας δεν καταφέρνουν να υπερβούν τον διαχωρισμό των καστών ακόμα και μεταξύ τους.
Στο σήμερα μπορεί κάποιος από την κατώτερη κάστα να γίνει ακόμη και πλούσιος, να πάρει ανώτατη μόρφωση, όμως το κοινωνικό στίγμα δεν εξαλείφεται ποτέ. Χαρακτηριστικό ήταν το περιστατικό που μας ανέφερε ο Rajesh James, όταν ένας φοιτητής από τη χαμηλή κάστα, άριστος στις επιδόσεις του, αυτοκτόνησε αφήνοντας ένα σημείωμα που στηλίτευε ακριβώς αυτή τη ζωή χωρίς ελπίδα στο μέλλον. Ό,τι και να έκανε, όσο και αν προόδευε αυτός ο άνθρωπος, θα ήταν πάντα στιγματισμένος από την κάστα καταγωγής του.
Γυναικεία Χειραφέτηση
Η θέση της γυναίκας αποτελεί ένα από τα καυτά θέματα με το φαινόμενο του γάμου-πώληση σε μικρές ηλικίες, των επιλεκτικών αμβλώσεων θηλυκών εμβρύων, της ενδοοικογενειακής βίας, της επονείδιστης συνθήκης της χηρείας, να παίρνουν ακραίες διαστάσεις. Η πεποίθηση της κατωτερότητας των γυναικών, καθιστά το γυναικείο φύλο βάρος στους ώμους της οικογένειας ανεξαρτήτως κάστας. Σε παλιότερο ντοκιμαντέρ, είδαμε σε ολόκληρα χωριά να διαταράσσεται η πληθυσμιακή αναλογία. Με το χάσμα των φύλων να αντικαθιστά στην Ινδία το χάσμα των γενεών. Με τους άντρες να αναρωτιούνται, μα που πήγαν όλες οι γυναίκες; Με την ενδοοικογενειακή βία να αποθρασύνεται, περνώντας στο φαινόμενο των 'οικιακών ατυχημάτων' που κοστίζουν τη ζωή σε χιλιάδες γυναικών. Με τη συνθήκη της χηρείας να υπονομεύει για ακόμη μια φορά την διαβίωση των γυναικών. Οι γυναίκες, ερχόμενες στη ζωή, βρίσκονται καταδικασμένες στο να μην έχουν έλεγχο πάνω στη ζωή τους.
Όμως, σήμερα, φαίνεται να μεταβάλλεται ο βαθμός συνειδητοποίησης των γυναικών, καθώς αναζητούν τρόπους για να αντιδράσουν αλλά και να δείξουν την αλληλεγγύη τους η μια στην άλλη. Το γυναίκα ενάντια σε γυναίκα μετασχηματίζεται στο γυναίκα δίπλα σε γυναίκα. Οι γυναίκες οργανώνονται. Το “Women for Justice” (Γυναίκες για τη Δικαιοσύνη) Sibille Fezer-Daniel Burkholz, ένα πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ που μας ήρθε στο φετινό φεστιβάλ από τη Γερμανία, πραγματεύεται ακριβώς αυτό το θέμα της αυτοοργάνωσης των γυναικών ενάντια στη βία και την αδικία. Οι “Γυναίκες για τη Δικαιοσύνη” είναι μια οργάνωση που κάθε βδομάδα συγκεντρώνεται σχηματίζοντας λαϊκά δικαστήρια “Nari Adalat”. Η οργάνωση στοχεύει στο να δώσει φωνή στις γυναίκες. Αυτές, νοιώθοντας πως δεν είναι μόνες, μπορούν με δειλά βήματα να επανακτήσουν την αυτοπεποίθησή τους και να δράσουν, αν χρειαστεί, σαν 'σκληρή διμοιρία' προκειμένου να βοηθήσουν κάθε ανήμπορη γυναίκα.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται το “Guhabi Gang” της Nishtha Jain, παρουσιάζοντας τη ζωή μιας γυναίκας, της Sampat Pal, που προσπαθεί να οργανώσει την κατώτερη κάστα Dalits, προκειμένου να εναντιωθούν στην πατριαρχία και την εκπορευόμενη ενδοοικογενειακή βία. Είδαμε ένα απόσπασμα του ντοκιμαντέρ με τις γυναίκες στα φούξια να κάνουν μάθημα αυτοάμυνας, προκειμένου να μάθουν και να μπορούν να προασπιστούν την σωματική τους ακεραιότητα.
ΕΜΕΙΣ στο τώρα και στο εδώ
Εμάς όμως στο τώρα και στο εδώ, τι μας ενδιαφέρει ένα κείμενο με φλύαρες πληροφορίες για μια χώρα μακρινή όπως η Ινδία; Στην παρουσίαση του σκηνοθέτη, κάποιοι ακροατές ελληνικής καταγωγής, μεγαλύτερης ηλικίας, βαθιά σοκαρισμένοι από τις πληροφορίες σχετικά με το αδιέξοδο πλέγμα των καστών ή τη θέση της γυναίκας, έκαναν αποδοκιμαστικά το πολύ χαρακτηριστικό σε όλους μας ηχομιμητικό “τστστστστστς”. Η βαθιά και ειλικρινής έκπληξή τους ήταν αυτό που πραγματικά με παρακίνησε να γράψω αυτό το κείμενο. Αναρωτήθηκα, λοιπόν, ποιες καταστάσεις, από όσες προαναφέρθηκαν, τους προξένησαν αυτή την έντονη αποδοκιμασία σαν να μην είχαν να κάνουν σε τίποτα με όσα εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε ζήσει ή ζούμε ακόμη. Αυτοί οι κακόμοιροι, με όλη την σημασία της λέξης, Ινδοί, πόσο πίσω έχουν μείνει ή μήπως δεν είναι οι μόνοι; Διέκρινα το στίγμα του εμφυλίου στις επίμονες ερωτήσεις τους προς τον σκηνοθέτη, πως και οι άνθρωποι από τις κατώτερες κάστες που έχουν προοδεύσει δεν κρύβονται στις πόλεις. Σαν να μην γνώριζαν ή σαν να έκαναν πως δεν γνώριζαν πως η διαμόρφωση ενός κοινωνικού στίγματος γίνεται το σταθερό πλαίσιο αναφοράς, η ιδιαίτερη ταυτότητα, που εντυπώνεται πολλές φορές αμετάκλητα όχι μόνο στο ατομικό αλλά και στο συλλογικό ασυνείδητο. Σαν να μην γνώριζαν ή σαν να έκαναν πως δεν γνώριζαν το ρόλο της θρησκείας, της οικογένειας ή της εκπαίδευσης, στον εγκλωβισμό και στη διάβρωση του τρόπου σκέψης και του τρόπου ζωής του ατόμου ανά τους αιώνες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Έτσι, πήρα και εγώ βήμα βήμα την παρουσίαση για να δω ποια ήταν τα στοιχεία που πιο πολύ μας ξένισαν στο κουβάρι της Ινδίας: α) Αποικιοκρατία. Μπορεί να μην είχαμε, μήπως όμως και σε μας οι ξένες δυνάμεις δεν έπαιξαν και δεν παίζουν ένα ρόλο ρυθμιστικό στη καθεστηκυία τάξη πραγμάτων της χώρας; β) Λογοκρισία. Μπορεί πια να μην έχουμε θεσμοθετημένη υπηρεσία λογοκρισίας όπως στη χούντα, μήπως όμως και σε μας δεν ασκεί λογοκρισία το κράτος ή η θρησκεία όταν κάποιος πάει να αμφισβητήσει το κυρίαρχο μοντέλο που έχει επιλεχθεί για να υπηρετεί τα συμφέροντα της εκάστοτε ελίτ; Τροφή για προβληματισμό σχετικά μας πρόσφερε, μετά το πέρας της ομιλίας του σκηνοθέτη, η κα Τζίνα Πετροπούλου, όταν σοκαρισμένη μας ανακοίνωσε πως στο Άργος οι προβολές των ντοκιμαντέρ με θεματική ενότητα τη γιόγκα ακυρώθηκαν. Η θρησκευτική ηγεσία του τόπου άσκησε βέτο στις προβολές σχετικά με την αφορισμένη γιόγκα. γ) Κάστες. Πάλι μπορεί να νοιώσουμε τυχεροί που δεν έχουμε, μήπως όμως σε μας λείπουν οι απόκληροι με ανεξίτηλο το κοινωνικό στίγμα που η υποδεέστερη θέση τους και η εκμετάλλευσή τους κανονικοποιείται μέσα στην κοινωνία; Ας μην ξεχνάμε τους Έλληνες Ρομά, όσο και αν πλουτίσουν όσο και αν προοδεύσουν, στη συλλογική συνείδηση είναι και θα είναι για πάντα γύφτοι, που για όλα φταίνε. δ) Η θέση της γυναίκας, τέλος. Μπορεί πια να έχουμε χειραφετηθεί, μήπως όμως εν έτει 1980 ο μανιάτης πατέρας μου, σε συγχορδία με τις αδερφές του, τη μέρα που γεννήθηκα μοιρολογούσαν τραβώντας τα μαλλιά τους “πω, πω κορώνα μου τι έπαθες... που έκανες κοπελούδα”. Οπότε προς τι τα “τστστστστστ” για την Ινδία, παρακαλώ;