Ο κ. Ερντογάν έδειχνε στην πράξη πώς εννοεί τον διάλογο και οι Ευρωπαίοι απλώς εξέφραζαν τη λύπη τους. Επιβεβαιώθηκε ξανά αυτό που ιστορικά είναι γνωστό, ότι δηλαδή στην παγκόσμια σκακιέρα δεν ισχύουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά των συμφερόντων.
Οι όποιες αποφάσεις μετατέθηκαν για τον Δεκέμβριο με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας. Ο πρωθυπουργός γύρισε με άδεια χέρια και οι απλοί πολίτες αναρωτιούνται τι πρέπει επιτέλους να γίνει για να επέμβει η Ευρώπη και τερματίσει τον τουρκικό τσαμπουκά. Να επιχειρήσουν οι Τούρκοι εναντίον του Καστελόριζου; Αλλά και τότε είναι αμφίβολο αν θα συμβεί. Η ελληνική διπλωματία εγκλωβίστηκε στο ρόλο του καλού και υπάκουου παιδιού που δε φέρνει αντιρρήσεις με αποτέλεσμα να εισπράττει τη μια μετά την άλλη καρπαζιά από την Τουρκία, η οποία γνωρίζει πως η όποια καταδίκη της θα μείνει στα λόγια. Η Ε.Ε. δε φαίνεται πιθανόν να αποφασίσει ούτε εμπάργκο όπλων, γιατί τα λεφτά είναι πολλά, ούτε σοβαρές κυρώσεις οι οποίες θα αποσταθεροποιήσουν την τουρκική οικονομία, γιατί τα συμφέροντα είναι μεγάλα. Η Ελλάδα, λοιπόν, τι θα κάνει, αφού οι Ευρωπαίοι ανέχονται τις πρακτικές του κ. Ερντογάν; Πώς θα αντιδράσει σε έναν ενδεχόμενο νέο ελιγμό της Τουρκίας για να αποφύγει τις κυρώσεις τον Δεκέμβριο;
Η χώρα θα πρέπει να επανασχεδιάσει την τακτική της. Ο δρόμος της διπλωματίας ελάχιστα απέδωσε, αλλά χρειάζεται να μείνει ανοικτός. Παράλληλα, όμως, απαιτούνται και άλλα βήματα για να ανακτήσει το πλεονέκτημα και τη χαμένη της αξιοπρέπεια. Επιτέλους, οφείλει να δείξει αποφασιστικότητα και να υπερασπίσει τις κόκκινες γραμμές που διαχρονικά ισχύουν. Πρώτα-πρώτα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, όχι μόνο στα νότια της Κρήτης και της Καρπάθου, αλλά και στο Αιγαίο χωρίς καμιά εξαίρεση. Δεν υπάρχει καταλληλότερη ώρα. Δεύτερον να καταστήσει από τώρα σαφές ότι θα χρησιμοποιήσει βέτο στη σύνοδο του Δεκεμβρίου σε συνεννόηση με την Κύπρο, αν δεν υπάρξουν μέτρα που να ικανοποιούν τα δύο κράτη, εναντίον της Τουρκίας. Τέλος είναι ανάγκη περισσότερο από ποτέ να εμποδιστεί με κάθε τρόπο το Oruc Reis, ειδικά αν επιχειρήσει έρευνες, όπως προγραμματίζει, στα 6,5 ναυτικά μίλια έξω από το Καστελόριζο.
Σήμερα φαίνεται πόσο ήταν λάθος η εξαίρεση του ακριτικού αυτού νησιού από την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Η απόφαση αυτή άνοιξε την όρεξη της Τουρκίας η οποία βρίσκεται κοντά σε ένα ακόμη στόχο της, να γκριζάρει δηλαδή μετά τα Ίμια και αυτήν τη θαλάσσια περιοχή. Η ελληνική κυβέρνηση στην πρώτη φάση της κρίσης μετέθεσε τις κόκκινες γραμμές παρά τις μεγαλοστομίες και τους εθνικιστικούς βερμπαλισμούς στελεχών της. Κάτι τέτοιο, αν ξανασυμβεί, θα είναι ολέθριο και απολύτως ταπεινωτικό για τη χώρα.
Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, λοιπόν, είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η Ευρώπη καθόλου δε μοιάζει, όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης σε μια άστοχη παρομοίωση που έκανε προκειμένου να δικαιολογήσει την αποτυχία του, με ένα υπερωκεάνιο που στρίβει αργά – αργά και στη συνέχεια ακολουθεί σταθερή πορεία. Όταν έχει συμφέροντα, όπως έπραξε στην περίπτωση των κυρώσεων κατά της Λευκορωσίας, λαμβάνει αποφάσεις πολύ γρήγορα. Το πρόβλημα είναι ότι ο πρωθυπουργός δε φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι το δικό μας σκάφος πλέει σε λάθος κατεύθυνση. Μακάρι αυτό να μην οδηγήσει σε νέες περιπέτειες. Νομίζω ότι όλοι το απεύχονται.
*Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας