Το λιμάνι ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1882 (θεμέλιος λίθος) και ολοκληρώθηκε το 1901. Κοινωνική ζωή, εμπόριο, μετανάστευση, κοινωνικοί αγώνες, αναγνωρισιμότητα της πόλης, διαμόρφωση πολιτισμικής κοινωνικής ζωής και κουλτούρας, όλα τα παραπάνω είναι άμεσα συνυφασμένα με το λιμάνι. Ποιος θα το περίμενε όμως πως ο λιμενοβραχίονας, που έχει αποτυπωθεί ακόμα και στην σύγχρονη ελληνική τέχνη, όπως το έργο του 1911 του ζωγράφου Παρθένη με τίτλο «Το λιμάνι της Καλαμάτας», αυτού του ιστορικού μνημείου και σήμα κατατεθέν της πόλης που, έχει κατασκευαστεί με λίθους από το φαράγγι του Νέδοντα, θα βεβηλώνονταν επί χρόνια από μια ελάχιστη ομάδα ανθρώπων και με την αποδοχή, σιωπηρή ή μη, του συντριπτικού συνόλου τοπικών ΜΜΕ αλλά και των αρχών της πόλης.
Το γεγονός πως η βεβήλωση του μνημείου δεν έγινε από άγνωστα πρόσωπα και μάλιστα ο δεύτερος βανδαλισμός δημοσιεύτηκε επί το έργο, σε social media και τοπικές εφημερίδες χωρίς να υπάρχει ουδεμία αντίδραση από τις τοπικές αρχές (Λιμεναρχείο, Δήμος, Εισαγγελία κλπ) είναι μια ισχυρή ένδειξη πως οι ενέργειες των βανδαλισμών, που παρεμπιπτόντως χρειάζονταν αρκετές ώρες για την ολοκλήρωσή τους, έγιναν με την ανοχή τους και ενδεχομένως με μια άτυπη άδειά τους. Οι παραπάνω ισχυρισμοί μπορούν εύκολα να στηριχθούν εάν κανείς αναλογιστεί την αντίθετη αντίδραση που μπορεί να είχαν οι τοπικές αρχές απέναντι σε οποιαδήποτε ομάδα ατόμων ήθελε να κάνει τέτοιου είδους γκράφιτι με την ταυτόχρονη γνωστοποίηση των πράξεών τους και των προσώπων τους στα ΜΜΕ και στα social media. Αν λοιπόν κάνουμε λάθος και οι αρχές δεν έχουν δώσει άτυπη άδεια γι’ αυτό τον βανδαλισμό γιατί ακόμα υπάρχουν και γιατί δεν έχουν κινηθεί εναντίον των υπαιτίων έστω με ένα πρόστιμο;
Η νομιμοποίηση εκτείνεται σε όλα τα κομμάτια του κοινωνικού χώρου με παράδειγμα τον κοινωνικό χώρο «Ταράτσα». Η προ μηνών ανακοίνωση του κοινωνικού χώρου «Ταράτσα», με αφορμή τη λέξη «Antifa» που γράφτηκε πάνω στο γκράφιτι «Μαύρη Θύελλα» φανερώνει νομιμοποίηση του βανδαλισμού. Τα μέλη του κοινωνικού χώρου «Ταράτσα» στην προσπάθεια τους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, αναφέρουν πως το γκράφιτι δεν έχει μουτζουρωθεί ποτέ από νεολαίους αντιφασίστες γιατί αγαπούν την Μαύρη Θύελλα, νομιμοποιώντας με τον τρόπο τους τον βανδαλισμό στο μνημείο και δυναμώνοντας την συγκεκριμένη ομάδα πραγματοποιώντας και έναν δεύτερο βανδαλισμό με αφορμή τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Η ανακοίνωση αναλώνεται σε υποτιθέμενες φασιστικές προβοκάτσιες και αναφέρεται στην λέξη «βανδαλισμό» εννοώντας την λέξη «Antifa» αφήνοντας στην απ’ έξω το αρχικό γκράφιτι της Μαύρης Θύελλας, ίσως γιατί το θεωρούν μνημείο της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς και εκ του φυσικού δημιουργημένο. Επίσης η ίδια ΠΑΕ ΚΑΛΑΜΑΤΑ μιλάει για βανδαλισμό (ξεχνώντας ότι ο βανδαλισμός έχει διαπραχθεί ήδη από το γκράφιτι Μαύρη Θύελλα) και αναφέρει την αποκατάσταση του γκράφιτι, δηλαδή τον εκ νέου βανδαλισμό της προβλήτας και πάλι χωρίς να ανοίξει ρουθούνι από τις αρχές.
Τα συγκεκριμένα γκράφιτι αποτελούν επιβολή της αισθητικής και των πιστεύω της συγκεκριμένης ομάδας, έναντι χιλιάδων πολιτών και επισκεπτών της πόλης. Η επιβολή έγκειται στο ότι τα δύο γκράφιτι δημιουργήθηκαν στον οπτικό ορίζοντα του λιμανιού και όποιος γνωρίζει από αισθητική ξέρει πως κάτι τέτοιο είναι επιβολή και απαγορευτικό και μάλιστα πάνω σε πέτρα και σ’ ένα τέτοιο ιστορικό μνημείο της πόλης. Οι διαθέσεις και το ποιόν των ατόμων που βανδάλισαν το μνημείο φαίνεται άλλωστε και με την υποσημείωση των βανδάλων ανάμεσα στα δυο γκράφιτι χαμηλά: «όποιος το πειράξει παλούκωμα». Ας μας απαντήσει λοιπόν ο Δήμαρχος, ο Λιμενάρχης ή κάποιος Εισαγγελέας αν τα συγκεκριμένα γκράφιτι είναι νόμιμα και αν όχι γιατί υπάρχουν και γιατί δεν έχουν κινηθεί εναντίον της ομάδας ανθρώπων που τα δημιούργησαν; Εν τέλει γιατί όλη η πόλη να υποτάσσεται αισθητικά, με την κατάληψη του οπτικού της ορίζοντα από μια ολιγάριθμη ομάδα που μάλιστα απειλεί με παλούκωμα;
Μεμονωμένος πολίτης