Αυτό συνέβη και την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με την αποκαλούμενη αμερικανοναζιστική συνωμοσία, που ήταν μια συνεργασία σε όλο το φάσμα των οικονομικών δραστηριοτήτων ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη ναζιστική Γερμανία.
Στις μέρες μας είναι πλέον γνωστό πέραν από κάθε αμφιβολία πως ορισμένοι από τους ηγέτες των οικονομικών και βιομηχανικών κύκλων της εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς και αρκετοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν βάλει μπροστά από τον πατριωτισμό τους το κέρδος. Και ενώ βοηθούσαν την πολεμική προσπάθεια των ΗΠΑ μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, στις 7/12/1941, βοηθούσαν παράλληλα και τη ναζιστική Γερμανία.
Εν ολίγοις τα περί πατριωτισμού είχαν πάει περίπατο, ενώ συγχρόνως οργίαζε η πατριδοκαπηλία εκ μέρους τους.
Η συμφωνία ανάμεσα σε σημαντικές προσωπικότητες της Αμερικής, της Αγγλίας και της Γερμανίας ήταν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους και μετά το Περλ Χάρμπορ και έτσι έγινε τελικά.
Φυσικά με άκρα μυστικότητα και χωρίς η λεγόμενη κοινή γνώμη να αντιληφθεί το παραμικρό.
Εύλογα λοιπόν προκύπτουν ερωτήματα όπως τα ακολουθα:
“Τί θα γινόταν αν μάθαινε ο λαός ότι η Τσέιζ Μπανκ στο κατεχόμενο Παρίσι μετά το Περλ Χάρμπορ είχε δοσοληψίες ύψους εκατομμυρίων δολαρίων, με την έγκριση βεβαίως των κεντρικών γραφείων της Τράπεζας στο Μανχάταν;
Ή ότι η Φορντ έφτιαχνε φορτηγά για τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στη Γαλλία έχοντας έγκριση από το Ντίαρμπορν του Μίτσιγκαν.
Ή ότι η ΙΤΤ έφτιαξε τα Φόκε-Βουλφ πυυ έριχναν αργότερα τις βόμβες τους στα κεφάλια των Βρετανων και Αμερικανών στρατιωτών ή ότι κάτι τέτοιες συμφωνίες όπως και πολλές άλλες ήταν λίγο πολύ γνωστές στην Ουάσιγκτον, που άλλοτε τις επιδοκίμαζε και άλλοτε έκανε τα στραβά μάτια;”
Όλα αυτά και άλλα πολλά έγιναν γνωστά πολύ αργότερα και ύστερα από ερευνες επίμονων και ανήσυχων ερευνητών που αναζητούσαν απαντήσεις στα επίσημα αρχεία όπου προέκυψαν στοιχεία “ότι η Ράιχσμπανκ και το ναζιστικό υπουργείο των Οικονομικών υποσχέθηκαν σε συγκεκριμένους ηγέτες αμερικανικών επιχειρήσεων και οργανισμών ότι δεν είχαν τίποτα να φοβούνται σε περίπτωση που τελείωνε ο πόλεμος με τη νίκη του Φύρερ. Έτσι τα αφεντικά των πολυεθνικών, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα εμείς, ήταν εξασφαλισμένοι από όλες τις μεριές. Όποια πλευρά και αν κέρδιζε τον πόλεμο οι σκοτεινές δυνάμεις που κυβερνούσαν πραγματικά τα έθνη δεν είχαν κανένα φόβο ότι θα διακυβεύονταν τα συμφέροντά τους.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα οι κάτωθι εταιρίες:
“Στάνταρ Οιλ” του Νιου Τζέρσεϊ, είχε επενδύσει στην Γερμανία 120 εκατ. δολάρια. “Τζένεραλ Μότορς”, 35 εκατομμύρια. “ΙΤΤ” 30 εκατομμύρια και “Φορντ” 17,5 εκατ. δολάρια”
Συνοπτικά και χωρίς επιπλέον λόγια η ντοκουμενατιρσμένη πραγματικόττηα εκείνης της εποχής λέει πως “στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ενώ η έκβασή του ήταν ακόμα αβέβαιη η “Στάνταρ Όιλ” έστελνε καύσιμα για τις τεθωρακισμένες στρατιές του Χίτλερ. Τα εργοστάσια του “Φορντ” εφοδίαζαν με φορτηγά τη γερμανική πολεμική μηχανή. Η “ΙΤΤ” οργάνωνε τα ναζιστικά συστήματα επικοινωνιών και βοηθούσε να τελειοποιηθούν οι βόμβες που ισοπέδωναν το Λονδίνο”.
Ίσως και να μοιάζουν με στοιχεία πολιτικού θρίλερ όλα αυτά αλλά η πραγματικότητα έχει προ πολλού ξεπεράσει τη φαντασία.
Για περισσότερες λεπτομέρειες αναζητήστε το βιβλίου του Τσαρλς Χίγκαμ “Αμερικανο ναζιστική συνωμοσία” που πρωτοκυκλοφόρησε το 1983. Προφανώς στις μέρες μας, με την υπερπληροφόρηση που υφιστάμεθα, όλα αυτά που αναφέρθηκαν μπορεί να μην κάνουν καμία ιδιαίτερη εντύπωση. Η πατριδοκαπηλία πάντως και το ανώδυνο πατριοκαπηλίκι καλά κρατούν. Σε κάθε περίπτωση ας όψεται η αξία του χρήματος. Δυστυχώς!
Θ.Π.