Η ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα, βουλευτίνας του ΚΚΕ και τέως γενική γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, ήταν στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, που γιορτάστηκε στις αρχές Μάρτη.
Σημείωσε σχετικά η Αλέκα Παπαρήγα: «Η πάλη για την ισοτιμία στις γυναίκες είναι αξέχωριστη από την πάλη για τις σύγχρονες ανάγκες του λαού, της οικογένειας, των νεότερων γενιών. Τα άλλα κόμματα αποδίδουν το γυναίκειο ζήτημα στις ανδροκρατικές και πατριαρχικές αντιλήψεις. Βεβαίως δεν απαλλάσσουμε ούτε τις γυναίκες ούτε τους άντρες και είναι πολλοί αυτοί που δεν βλέπουν την ουσία του γυναικείου ζητήματος. Ούτε εμείς οι κομμουνιστές, οι κομμουνίστριες είμαστε απαλλαγμένοι και από αναχρονισμούς και από επιδιώξεις και ψευτομοντερνισμούς, όμως η ρίζα του γυναικείου ζητήματος βρίσκεται στο διαχωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, με διαφορετικά μεταξύ τους συμφέροντα, χιλιάδες χρόνια πριν. Το γυναικείο ζήτημα δεν γεννήθηκε από την ιδεολογική και πολιτιστική ήττα της γυναίκας στη διαπάλη με τον άντρα αλλά από τη σύζευξη του γυναικείου φύλου με το καθεστώς της ταξικής εκμετάλλευσης».
Η Αλέκα Παπαρήγα συνέχισε σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Όλα τα κόμματα συναντιούνται σε μια κοινή θέση, ότι οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών θα καταργηθούν όταν αυτές αναδειχθούν στα κέντρα λήψης απόφασης, όπως λένε και μάλιστα με ποσοστό 50-50%. Όταν λέμε κέντρα λήψης απόφασης τι εννοούμε: Τους θεσμούς και τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, ιδιαίτερα το αστικό κοινοβούλιο, τα διοικητικά συμβούλια των μονοπωλιακών ομίλων, τη συμμετοχή των γυναικών σε διοικήσεις οργάνων, που όμως έχουν συμμορφωθεί, έχουν υποταχθεί στην κυρίαρχη πολιτική. Αυτή η συμμετοχή στα κέντρα λήψης των αποφάσεων αφορά στις γυναίκες της αστικής τάξης, και είναι σύνθημα για να βελτιώσουν οι γυναίκες της αστικής τάξης τη θέση τους μέσα στην ίδια την αστική τάξη. Όταν η αστική τάξη λοιπόν κάνει τόση και τέτοια δουλειά για να βελτιωθεί η θέση των γυναικών στα πλαίσια τα δικά της, όταν ακολουθεί πολιτική προσέλκυσης γυναικών των ανώτερων μεσαίων κομμάτων, εμάς πρέπει να μας απασχολεί ένα πράγμα: εμείς τι κάνουμε για να βελτιωθεί η θέση της εργάτριας μέσα στη δική της τάξη, την εργατική και πριν απ’ όλα στο εργατικό κίνημα και στο κόμμα. Οφείλουμε να κάνουμε ό,τι περνάει από τα χέρια μας για την ανάδειξη εργατριών και άλλων γυναικών που ανήκουν στην εργατική οικογένεια, στα όργανα της ταξικής πάλης, του κινήματος, στα κομματικά όργανα επίσης. Αυτό σημαίνει βελτίωση της εργάτριας μέσα στη δική της τάξης».
Η τέως γενική γραμματέας της Κεντρική Επιτροπής του ΚΚΕ υπογράμμισε ότι «η συνειδητοποίηση της ταξικότητας του γυναικείου ζητήματος είναι μια από τις προϋποθέσεις και για την ανασύνταξη του εργατικού λαϊκού κινήματος, για τη συνειδητοποίηση σε βάθος τι σημαίνει καπιταλισμός». Πρόσθεσε δε ότι «στις γυναίκες, σε μεγαλύτερη κλίματα σε σύγκριση με τους άντρες, λόγω συνθηκών ζωής και επιβίωσης παραδόσεων, είναι πιο ισχυρή η ψευδαίσθηση ότι η καπιταλιστική κοινωνία είναι αιώνια. Αυτό το πρόβλημα δεν είναι αξεπέραστο. Έχουμε προϋποθέσεις να επιδράσουμε σε ένα μεγαλύτερο μέρος εργατριών, αυτοαπασχολουμένων, νέων αγροτισσών, αρκεί να κάνουμε ολοκληρωμένη δουλειά, όχι ευκαιριακή και αποσπασματική. Θα τα καταφέρουμε αν προβάλλουμε τα όργανα του κόμματος, τη ύλη του Ριζοσπάστη και τις Κομμουνιστικής Επιθεώρησης, τις εκδόσεις μας, τις πολιτικές αλλά και τις λογοτεχνικές, ακόμα και τα παιδικά βιβλία, που είναι ασυναγώνιστα στο περιερχόμενο. Θα τα καταφέρουμε αν συζητούμε την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αν συζητάμε για τη στάση της εργατικής τάξης στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Κανένα άλλο κόμμα εκτός από το ΚΚΕ και την ΚΝΕ δεν μπορεί να συμβάλλει να ηττηθούν προκαταλήψεις και προλήψεις, αναχρονισμοί και συντηρητισμοί, όσον αφορά το γυναικείο ζήτημα ως ταξικό ζήτημα».
Επίσης η Αλέκα Παπαρήγα σημείωσε ότι «το παγκόσμιο κίνημα είναι σε μεγάλη υποχώρηση, προσωρινή, αλλά μεγάλη υποχώρηση. Ανάμεσα στα άλλα είναι επιτακτική ανάγκη να προβάλλουμε τις κατακτήσεις στο σοσιαλισμό, χωρίς να κρύβουμε τις αιτίες που συνέβαλαν στην αντεπανάσταση. Στη Σοβιετική Ένωση το 1975 είχε καθιερωθεί με νόμο ότι οι ώρες εργασίας δεν μπορούσαν να ξεπερνούν τις 41 όταν στις καπιταλιστικές ώρες ήταν 48 και μάλιστα στις ισχυρές, τις πολύ ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και χωριστά ετήσιες άδειες με αποδοχές. Στη διάρκεια του χρόνου απασχόλησης οι εργαζόμενοι δικαιούνταν άδεια για γυμναστική. Αυξήθηκε ο μη εργάσιμος χρόνος που μετατράπηκε σε χρόνο για την ανάπτυξη του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου ανδρών και γυναικών. Σημαντικό επίτευγμα της κοινωνικής ασφάλισης ήταν το χαμηλό όριο συνταξιοδότησης, στα 55 χρόνια για τις γυναίκες και στα 60 για τους άντρες. Η χρηματοδότηση των συντάξεων εξασφαλίζονταν από τον κρατικό προϋπολογισμό όπως και οι ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων, ιδρυμάτων και όλων των εργαζομένων. Ανάλογες συνθήκες επικρατούσαν σε όλα τα σοσιαλιστικά κράτη».
Το εργατικό κίνημα σήμερα πρέπει να διεκδικήσει, τόνισε ακόμη η Αλέκα Παπαρήγα, «την ανάκτηση των απωλειών και την κατάργηση νόμων που οδήγησαν και σε οικονομικές απώλειες και σε απώλειες δικαιωμάτων. Π.χ. την κατάργηση των νόμων που αύξησαν τα όρια συνταξιοδότησης των γυναικών στα 67, την κατάργηση των μειωμένων ορίων συνταξιοδότησης για τις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους άνδρες βεβαίως στα βαριά και ανθυγιεινά. Και πρέπει να προλάβουμε να μπει φραγμός στα νέα μέτρα που ετοιμάζουν με σκοπό την κατάργηση των εξαιρέσεων στο ασφαλιστικό καθεστώς μητέρων με ανήλικα παιδιά ή ανάπηρά μέλη στην οικογένειά τους».
Η Αλέκα Παπαρήγα έκανε ειδική αναφορά σε γυναίκες που ξεχώρισαν στο Δημοκρατικό Στρατό της Πελοποννήσου ενώ ολοκλήρωσε την ομιλία της τονίζοντας ότι πρέπει να δημιουργηθούν οι συνθήκες ώστε ο λαός να περάσει στην αντεπίθεση: «Ποιος πρέπει να καθορίσει τις εξελίξεις; Οι σχεδιασμοί της αστικής τάξης και των ξένων συμμάχων τους, τα κόμματα που έχουν δοκιμαστεί ή ο λαός με το εργατικό κίνημα; Τη δύναμή του ο λαός δεν την έχει δοκιμάσει παρά μόνο περιστασιακά και είναι παραπλάνηση να πιστεύει ότι κάπως θα καθορίσει τις εξελίξεις. Πρέπει να περάσει στην αντεπίθεση, μαζικά, με οργανωμένο σχέδιο κλιμάκωσης, με ικανότητα, αποφασιστικότητα. Δεν θα τα καταφέρει αν βλέπει το κίνημα μόνο σαν ένα κίνημα πίεσης. Βέβαια και η πίεση είναι ένας σημαντικός παράγοντας, που έχει καθυστερήσει πολλά πράγματα, όμως το κίνημα πρέπει να πάρει όλα τα χαρακτηριστικά ενός αγώνα ανατροπής της εξουσίας των μονοπωλίων και όχι απλώς ένα κίνημα που ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις, που τελικά κινούνται στον ίδιο δρόμο που ξέρουμε. Η συνειδητοποίηση του γυναικείου κινήματος είναι επιτακτική ανάγκη αν θέλουμε να ισχυροποιήσουμε το κόμμα και να ενισχύσουμε τη δράση και την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Καμία ολιγωρία δεν δικαιολογείται όταν μάλιστα ο αντίπαλος επενδύει τοποθετώντας στην πρώτη γραμμή όλο και περισσότερες γυναίκες της αστικής τάξης. Πρωθυπουργίνες, υπουργίνες, ο Ολάντ έχει βάσει τις μισές γυναίκες στην κυβέρνηση δημιουργώντας μια πρωτοπορία γυναικών αστών για να συμβάλουν στην ακόμα μεγαλύτερη χειραγώγηση των γυναικών. Μια γυναίκα μπορεί να χειραγωγήσει πιο εύκολα μια γυναίκα της φτωχολογιάς, της εργατικής τάξης».
Η Αλέκα Παπαρήγα, την οποία προλόγισε η Στέλλα Χρηστέα, μετά την ομιλία της κάλεσε τον κόσμο σε διάλογο. Έτσι έγιναν ερωτήσεις και για την Κούβα, με αφορμή την επίσκεψη Ομπάμα, για το σοσιαλιστικό μέλλον της οποίας εξέφρασε ανησυχία, μετά την πολύχρονη και με όλα τα μέσα πίεση που ασκούν απέναντί της οι καπιταλιστικές-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Πάντως μίλησε επαινετικά για τον Κουβανικό λαό, την αντοχή του και την πίστη του στην επανάσταση, στη βάση κυρίως του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Θετικά μίλησε και για τον πεθαμένο ηγέτη της Βενεζουέλας, Τσάβες, τονίζοντας ότι ο ίδιος είχε σοσιαλιστικό προσανατολισμό, όχι όμως και το κόμμα του, με αποτέλεσμα στη χώρα να μην αλλάξει ο καπιταλιστικός χαρακτήρας της οικονομίας. Η Αλέκα Παπαρήγα είπε ότι στη Σοβιετική Ένωση έγινε αντεπανάσταση, δεν δέχτηκε τον όρο ανατροπή που χρησιμοποίησε το κοινό, ενώ αναγνώρισε ότι υπήρξε πρόβλημα με τη χαλάρωση των δεσμών των εργατικών σοβιέτ και των άλλων ταξικών εργατικών δομών με το κομμουνιστικό κόμμα. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους, σημείωσε, που η αντεπανάσταση επικράτησε ενώ αντίθετα η Κούβα με το λαό της στάθηκαν όρθιοι και χωρίς της βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης μετά την αντεπανάσταση και μέσα από φοβερές δυσκολίες.
Στ.Μ.