Τρίτη, 24 Μαϊος 2016 21:43

Η συγκλονιστική ομιλία του 97χρονου Φρανκ Γκιλ για τον πόλεμο και τη Μάχη της Καλαμάτας

Ο 97χρονος Φρανκ Γκιλ με τον δημοτικό αστυνόμο της Καλαμάτας, Κλεάνθη Βοσνάκη Ο 97χρονος Φρανκ Γκιλ με τον δημοτικό αστυνόμο της Καλαμάτας, Κλεάνθη Βοσνάκη

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΦΟΡΑ 
Είναι ωραίο να βλέπω ένα τόσο μεγάλο πλήθος στην 75η επέτειο της καταστροφικής εκστρατείας του Απριλίου 1941, εδώ στην ηπειρωτική Ελλάδα. Είναι παρόντες εδώ ορισμένοι άνδρες που γνωρίζουν γιατί χρησιμοποιώ τον όρο «καταστροφική», αλλά προς χάρη εκείνων που δεν γνωρίζουν θα εξηγήσω…

Πολλά χρόνια μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, έλαβα ένα έγγραφο που είχε την επιγραφή «Μάχη της Ελλάδος» και το οποίο ανέλυε λεπτομερώς τι συνέβη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη μάχη. Έλαβα επίσης ορισμένα στατιστικά στοιχεία ως ακολούθως: Οι Βρετανοί και η Κοινοπολιτεία είχαν 270.000 άνδρες εδώ στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι Γερμανοί 700.000 άνδρες. Οι Βρετανοί και η Κοινοπολιτεία 100 τεθωρακισμένα, οι Γερμανοί 1.200. Οι Βρετανοί και η Κοινοπολιτεία 200 – 300 αεροσκάφη, οι Γερμανοί 600 αεροσκάφη.
Κανείς δεν πάει στο στρατό για να πεθάνει, πάνε για να υπερασπιστούν (την πατρίδα), παρόλα αυτά όμως όταν κανείς αναλύει αυτούς τους αριθμούς, αντιλαμβάνεται πώς συνέβη να χάσουμε τόσο πολλούς άνδρες σε τόσο λίγο χρόνο.
Ερχόμαστε εδώ στην Καλαμάτα αρκετά χρόνια για να μοιραστούμε τις σκέψεις μας και να θυμηθούμε αυτούς που πέθαναν. Πέρα στην Αγγλία έχουμε ένα χώρο στο εθνικό μνημείο του Arboretum, που βρίσκεται στην περιοχή του Staffordshire, το οποίο εγκαθιδρύθηκε από το ιδρυτικό μέλος της Αδελφότητάς μας Edwin Horlington. Ήταν υπεύθυνος για το σχεδιασμό αυτού του μνημείου, γνωστού ως το Ελληνικό Άλσος, που περιβάλλεται από δένδρα και έχει έναν ελληνικό βωμό. Έχουμε έναν Ορθόδοξο ιερέα μαζί με το ποίμνιό του, που πραγματοποιεί την επιμνημόσυνη δέησή μας κάθε Σεπτέμβριο. Τούτο σημαίνει ότι κάθε χρόνο έχουμε δύο δημόσιες τελετές – μία εδώ στην Καλαμάτα και μία στην Αγγλία. Λέμε τις λέξεις «Θα τους θυμόμαστε» αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
Για μένα προσωπικά, μπορώ να σας πω τα αποτελέσματα που έχει. Εάν είμαι στο σπίτι και κάθομαι ήσυχα μόνος μου, αμέσως έρχεται στο νου μου και στην καρδιά μου αυτό που συνέβη σε τόσο πολλά μέλη της μονάδας μου και μπορώ ακόμα να ακούω μερικούς να φωνάζουν «βοηθήστε με, βοηθήστε με, παρακαλώ βοηθήστε με». Άλλους μπορώ να τους δω να κείνται, χωρίς ήχο, χωρίς θόρυβο, χωρίς κίνηση. Όλοι ήταν νεκροί και αυτή η ανάμνηση μπορεί να συμβεί πολλές φορές.
Παρόλο που συνέβη 75 χρόνια πριν, ακόμη με επηρεάζει και όταν έρχομαι στην Καλαμάτα, εάν βρω την ευκαιρία, προσπαθώ και πηγαίνω στο Πολεμικό Κοιμητήριο του Φαλήρου, στον παραλιακό δρόμο στην Αθήνα. Πηγαίνω στους τάφους των συστρατιωτών από τη μονάδα μου και παίρνω μαζί μου ξύλινους σταυρούς με παπαρούνες πάνω τους και τοποθετώ τους σταυρούς σε καθέναν από τους τάφους και τους λέω ήσυχα δυο λόγια. Τότε γυρνώ το κεφάλι μου και βλέπω 8, ναι 8, πολύ μεγάλες αναμνηστικές πλάκες και μπρός και πίσω σε καθεμιά από αυτές τις 8 βρίσκονται τα ονόματα εκείνων των ανδρών που δεν έχουν γνωστό τάφο. Προχωρώ και σταματώ στον αναμνηστικό λίθο υπ’ αριθμόν 4 και κοιτώ στην κορυφή και βλέπω εκεί περισσότερα ονόματα από τη μονάδα μου και σκέφτομαι πόσο τρομερά λυπηρό είναι για τις οικογένειες, τους συγγενείς, τους φίλους που δεν μπορούν να επισκεφθούν έναν τάφο και να πουν δυο λόγια στο χαμένο μέλος της οικογένειας ή το συνάδελφο – να μην μπορείς να πεις μια ή δυο προσευχές στον τάφο πρέπει να είναι τόσο λυπηρό.
Υπάρχουν πολλές ιστορίες που θα μπορούσαν να ειπωθούν και θα ήθελα να διηγηθώ μία που συνέβη τις πρώτες μέρες όταν η μονάδα μου άφησε τη Σκωτία με το πλοίο Capetown Castle, μη γνωρίζοντας πού κατευθυνόμαστε, αλλά έτσι γινόταν τότε. Σταματήσαμε στο Γιβραλτάρ και στη Σιέρα Λεόνε και μετά από μερικές εβδομάδες φτάσαμε στην Ελλάδα και ένα απόγευμα ήπια ένα ποτό με ένα λοχία από τη μονάδα μου. Κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας, είπε ότι δεν χρειαζόταν να έλθει σ’ αυτό το ταξίδι. Όταν ρώτησα γιατί, είπε ότι του είχαν προσφέρει τη θέση εκπαιδευτή ασκήσεων στο στρατόπεδο Τσέστερ, αλλά απέρριψε την πρόταση γιατί ήθελε να είναι «με τα φαντάρια». Συνέχισε λέγοντας: «Εάν δεις ποτέ τη γυναίκα μου μην της το πεις, εντάξει;». Ήξερα ότι ζούσε στο Λίβερπουλ, όχι όμως ακριβώς πού, ούτε γνώριζα τη γυναίκα του. Λίγο καιρό αργότερα, με πήγαν με καροτσάκι σε ένα υπόγειο νοσοκομείο κάπου στην Αθήνα, γεμάτο τραυματίες. Καθώς με έβαζαν μέσα, εκεί σε ένα φορείο ήταν ο λοχίας, κατάχλωμος, με σφαίρες στο στήθος και στο λαιμό του. Τα βλέματά μας συναντήθηκαν, αλλά δε μιλήσαμε. Πέθανε το επόμενο πρωινό κι αυτό παραμένει κολλημένο στο μυαλό μου, ιδιαίτερα εξαιτίας αυτού που είπε σχετικά με τη γυναίκα του.
Όταν κοιτάξεις πίσω και σκεφτείς αυτούς τους νέους άνδρες, περιλαμβανομένου εμού, που πριν τον πόλεμο συνήθιζαν να χαίρονται, να γελούν και να μοιράζονται ένα ποτό, ήταν πολύ ωραία. Αλλά τώρα, κάθε φορά που σκεπτόμαστε το παρελθόν, αυτό που έρχεται στο νου είναι ότι αυτοί έφυγαν και εσύ είσαι ακόμα εδώ. Δεν μπορώ να πω περισσότερα σχετικά με το τι θεωρώ ότι είναι συμφορά.
Θα ήθελα να πω κάτι σχετικά με τις ελληνικές δυνάμεις. Οι Ιταλοί αποφάσισαν να εισβάλουν στην Ελλάδα, κάτι που έκαναν από την αλβανική μεθόριο, την οποία διέσχισαν, προήλασαν, αλλά όταν οι Έλληνες επέλεξαν να στείλουν τις δυνάμεις τους πάνω στα βουνά, σύντομα ανάγκασαν τους Ιταλούς να υποχωρήσουν πίσω από τα σύνορα, παίρνοντας ένα μέρος από εκείνη τη χώρα (την Αλβανία). Όπως εμείς, ήταν πολύ λιγότεροι από τον εχθρό και δεν είχαν εναλλακτική λύση από το να παραμείνουν εκεί όπου βρίσκονταν, αισθανόμενοι χωρίς αμφιβολία ότι το τέλος είχε έλθει. Πάντοτε σκεπτόμαστε αυτούς τους νέους Έλληνες, διότι έχασαν πολλούς άνδρες κατά την εκστρατεία του 1940/1941.
Πριν κατέλθω του βήματος, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα ειλικρινά να ευχαριστήσω τον έφεδρο λοχαγό Νίκο Ζερβή και όλους εκείνους που εργάζονται σκληρά για να κρατούν το χώρο αυτό σε άριστη κατάσταση. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω το τμήμα των ελληνικών δυνάμεων και την μπάντα κι εκείνους που ήλθαν από την Κρήτη αφού παρακολούθησαν τις εκδηλώσεις εκεί.
Σε καθέναν λέγω ειλικρινέστατα «ευχαριστώ πάρα πολύ που παρευρεθήκατε σήμερα και με ακούσατε».

 

*Ο Φρανκ Γκιλ είναι πρόεδρος της αδελφότητας των απομάχων της ελληνικής εκστρατείας 1940-41 και έδωσε την ομιλία στην επέτειο της Μάχης της Καλαμάτας, στις 24 Μάη 2016