«Με ανακοίνωσή της, στις 17 Σεπ 2015, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αυξάνει την ποσόστωση του εισαγόμενου από την Τυνησία αδασμολόγητου ελαιολάδου κατά 35 χιλ. τόνους. Με δεδομένο ότι η ισχύουσα ποσόστωση της Τυνησίας είναι 57 χιλ. τόνοι, το σύνολο του εισαγόμενου, από την Τυνησία στην ΕΕ, αδασμολόγητου ελαιολάδου θα ανέρχεται στους 92 χιλιάδες τόνους, δηλαδή σχεδόν στο 1/3 του συνόλου της ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου», τονίζουν οι δύο βουλευτές στην εισαγωγή της ερώτησής τους προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, η οποία συνεχίζεται ως εξής: «Η επέκταση της ποσόστωσης θα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για τη Μεσσηνία που παράγει το 1/5 της ελληνικής παραγωγής και είναι ο πρώτος σε εξαγωγές ελαιολάδου νομός της χώρας. Το τυνησιακό προϊόν έχει γίνει σχεδόν ανταγωνιστικό του ελληνικού ελαιολάδου στην ιταλική αγορά και συμπιέζει της τιμές του ελληνικού, στην ιταλική βιομηχανία ελαιολάδου.
Η ΕΕ, από τη μεριά της, επικαλείται την υπόσχεση της, το 2011 προς στην Τυνησία, ότι αν η τελευταία συνέχιζε στο δρόμο του εκδημοκρατισμού, τότε η ΕΕ και η Τυνησία θα εισέρχονταν σε μια συνολική διαδικασία ένταξης της σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου (DCFTA) που θα οδηγούσε σε πλήρη άνοιγμα της ΕΕ στα αγροτικά προϊόντα της Τυνησίας. Η επέκταση της ποσόστωσης είναι ένα βήμα αυτής της πορείας και οι τελικές επιπτώσεις στο ελληνικό ελαιόλαδο και ειδικά αυτό του νομού Μεσσηνίας δεν θα είναι θετικές αν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες ενέργειες από τους αρμόδιους φορείς.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Θα υπάρξει πρόβλημα από την αύξηση της ποσόστωσης των εισαγωγών του τυνησιακού ελαιολάδου στην ΕΕ, ειδικά στις εξαγωγές του μεσσηνιακού ελαιολάδου στην ΕΕ;
2. Τι σκοπεύει να κάνει και πότε για να αμβλύνει τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις υπάρξουν για τους παραγωγούς της Μεσσηνίας, αλλά και ευρύτερα της χώρας, από την απόφαση αυτή της ΕΕ;».