Τετάρτη, 23 Μαρτίου 2022 00:33

Η επανάσταση του 1821 ως αποκατάσταση των «εκκρεμοτήτων» της αρχαιότητας

Η επανάσταση του 1821 ως αποκατάσταση των «εκκρεμοτήτων» της αρχαιότητας

Ι. Πλεμμένος 
Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Cambridge, Κύριος Ερευνητής στο Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, Καθηγητής-Σύμβουλος στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
Ομιλία στην πανηγυρική έναρξη του 45ου Πανελλήνιου Παιδοδοντικού Συνεδρίου (Μέγαρο Χορού Καλαμάτας, 17/9/2021)

Η σχέση της ελληνικής επανάστασης με την αρχαιότητα έχει ήδη τεθεί από έγκριτους ιστορικούς και φιλολόγους, οι οποίοι πάντως δεν είναι σύμφωνοι ως προς τη προκείμενη συνάφεια. Κάποιοι από αυτούς βλέπουν τους επαναστατημένους έλληνες ως ξένους απέναντι στο αρχαίο παρελθόν τους λόγω της χρονικής απόστασης αλλά και της έλλειψης επαρκούς παιδείας. Στη μελέτη του Ι. Θ. Κακριδή, Οι αρχαίοι Έλληνες στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση (1978), οι χωρικοί φαντάζονται τους αρχαίους έλληνες σαν πελώριους γίγαντες (που μπορούσαν να σηκώνουν βράχους και να χτίζουν μεγάλα οικοδομήματα).

Άλλοι, πιο διαλλακτικοί, επιτρέπουν ένα βαθμό οικειότητας στους αγράμματους αγωνιστές, καθώς τα γκρεμισμένα αγάλματα και οι μισοσπασμένες κολώνες ήταν συχνά ο περιβάλλων χώρος της καθημερινότητά τους. Μόνο οι λόγιοι της επανάστασης που είτε βρίσκονταν μακράν (όπως ο Κοραής) είτε δεν πολέμησαν οι ίδιοι (όπως ο Μαυροκορδάτος) δικαιούνται «δια να ομιλούν» περί της αρχαιότητας.

Στην αποψινή πανηγυρική ομιλία, δεν θα σταθώ σε αυτή την προβληματική (και πολυσυζητημένη) σχέση. Θα επιχειρήσω να φωτίσω μια άλλη (μάλλον αδιόρατη) πτυχή της επαφής της ελληνικής επανάστασης με τον αρχαίο κόσμο. Εδώ δεν θα ασχοληθούμε με την πρόσληψη ιδεών ή τη συντήρηση μνημείων, αλλά βγαίνοντας στο πέλαγος της ιστορίας θα προσπαθήσουμε να τοποθετήσουμε αντικρυστά, γεγονότα αρχαία και σύγχρονα, παλιά και νεότερα, για να αντιληφθούμε καλύτερα τη σημασία της επανάστασης του 1821 στο λεγόμενο ιστορικό γίγνεσθαι. Πρόκειται για μια άσκηση στην ιστορία που πιστεύω πως θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε όχι μόνο τη σκέψη των επαναστατημένων ελλήνων αλλά και της επαφής τους με τον αρχαίο κόσμο.

Σε αδρές γραμμές, η ελληνική επανάσταση, ήδη από την έκρηξή της, μοιάζει σαν να προσπαθεί να αποκαταστήσει κάποιες ιστορικές «εκκρεμότητες» της αρχαιότητας, όπως έτσι έχω ονομάσει μεταφορικά συγκεκριμένα ιστορικά μορφώματα και στερεότυπα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Κάποια από αυτά «διορθώνονται» ήδη από το πρώτο επίσημο πολεμικό γεγονός, την απελευθέρωση της Καλαμάτας με τα συμπαρομαρτούντα γεγονότα, ιδίως την προκήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας, γνωστή ως Προειδοποίηση εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς.

Οι ιστορικές «εκκρεμότητες» της αρχαιότητας μπορούν να συνοψιστούν σε τρία σημεία: α) στον αρνητικό ρόλο των Σπαρτιατών ως προς τη δημιουργία κοινού ελληνικού μετώπου και την εμπλοκή τους σε εμφύλιες συρράξεις, β) στη μετατροπή των Μεσσηνίων σε είλωτες για τετρακόσια χρόνια, από τον Α’ Μεσσηνιακό Πόλεμο (743 π.Χ.) έως την απελευθέρωσή τους από τους Θηβαίους (368 π.Χ.) και γ) στον περιορισμένο τελικά ρόλο της δημοκρατίας, μεταξύ άλλων μορφών πολιτεύματος (όπως η βασιλεία και η ολιγαρχία). Στο τέλος θα διακριβωθεί και η αντίληψη των ίδιων των αγωνιστών για το παρελθόν τους. Ας τα πιάσουμε όμως ένα-ένα με τη σειρά.

Είναι γεγονός ότι ο ρόλος των Σπαρτιατών στον αρχαίο κόσμο ήταν τουλάχιστον αμφιλεγόμενος. Ο μέσος ακροατής έχει βέβαια υπόψη του τη θυσία του Λεωνίδα με τους 300 στις Θερμοπύλες (480 π.Χ.) και ίσως τη Μάχη των Πλαταιών τον επόμενο χρόνο, που έδωσε τέλος στους Περσικούς Πολέμους. Εντούτοις, πολύ γρήγορα η Σπάρτη διεκδίκησε τα εύσημα της νίκης και την πρωτοκαθεδρία, αν και στο θρίαμβο είχαν συνεισφέρει Έλληνες από κάθε γωνιά της χώρας. Τα πράγματα οξύνθηκαν γρήγορα, με τη Σπάρτη να εισβάλει στην Αθήνα, εγκαινιάζοντας τον καταστροφικό Πελοποννησιακό Πόλεμο (431 π.Χ.) και εγκαθιδρύοντας τη Σπαρτιατική Ηγεμονία (404 π.Χ.) που διήρκεσε έως τη Μάχη των Λεύκτρων (371 π.Χ.), όταν η Σπάρτη ηττήθηκε κατά κράτος από την ανερχόμενη Θήβα.

Σύγχρονοι μελετητές βλέπουν την αρχαία Σπάρτη ως μια πρωτόγονη στις δομές της κοινωνία, που διοικούνταν από κληρονομικούς βασιλείς, κληρονομούσε την ιδιότητα του πολίτη μέσω αίματος, διατηρούσε επί αιώνες υπεράριθμους είλωτες (στους οποίους θα αναφερθούμε πιο κάτω) και «απέθετε» τα μη αρτιμελή παιδιά. Εκτός από τους πέντε ηλικιωμένους εφόρους (που υποτίθεται ότι επόπτευαν τους βασιλείς) υπήρχε μόνο η Απέλλα, με αρκετά όμως περιορισμένα δικαιώματα (αφού δεν μνημονεύεται από τον Αριστοτέλη). Γενικά δεν υπήρχαν κοινωνικές τάξεις (όπως στην Αθήνα) παρά μόνο ελεύθεροι, περίοικοι και είλωτες.

Η φήμη των Σπαρτιατών σπιλώθηκε έτι περαιτέρω μετά την άρνησή τους να συμμετάσχουν στην κοινή εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά των Περσών. Γνωστό είναι το επίγραμμα που έστειλε ο νεαρός στρατηλάτης μαζί με 300 πανοπλίες στην Αθήνα, οι οποίες κρεμάστηκαν στον Παρθενώνα μετά τη μάχη του Γρανικού (334 π.Χ.): «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων». Το ρόλο των Σπαρτιατών στο ευρύτερο πλαίσιο του αρχαίου ελληνικού κόσμου έχει συνοψίσει ο Καβάφης στο ευφάνταστο ποίημά του «Στα 200 π.Χ.».

 «Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»

Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».

Κλείνει δε με την αποστομωτική φράση: «Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!».  

Η φήμη των Σπαρτιατών διατρέχει τους Ρωμαϊκούς και Βυζαντινούς αιώνες για να φτάσει στην Τουρκοκρατία. Τι καινούργιο συμβαίνει όμως κατά την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης του 1821; Δεν χρειάζεται κανείς να πάει πιο μακριά από το πρώτο επίσημο πολιτικό έγγραφο του αγώνα, την προαναφερθείσα Προειδοποίηση εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς, η οποία απευθύνεται «εκ μέρους του φιλογενούς αρχιστρατήγου των σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής συγκλήτου». Το ίδιο έγγραφο, με ημερομηνία «1821: Μαρτίου 23» και τόπο σύνταξής του «Εν Καλαμάτα», κλείνει με μια λίγο διαφοροποιημένη αλλά πολύ σημαντική ιδιότητα του Πετρόμπεη (που θα συζητήσουμε στη συνέχεια): «Εκ του σπαρτιατικού στρατοπέδου. Πέτρος Μαυρομιχάλης αρχιστράτηγος του σπαρτιατικού και μεσσηνιακού στρατού».

Το γεγονός έλαβε διεθνή διάσταση μέσω της αναδημοσίευσής της, δυο μήνες αργότερα, στη γερμανική εφημερίδα Allgemeine Zeitung (Μόναχο, 30 Μαΐου 1821). Η προειδοποίηση στάλθηκε και στις ΗΠΑ, δια μέσου του Αδαμάντιου Κοραή, και δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό της Βοστώνης The North American Review (1823, τ. VIII, σ. 414-16) συνοδευόμενη από αγγλική μετάφραση.

Είναι γνωστό ότι ο Μπέης της Μάνης είχε αναλάβει αρχιστράτηγος και πρόεδρος της Συγκλήτου, που ιδρύθηκε με σκοπό να συντονίζει καλύτερα τον απελευθερωτικό Αγώνα της Πελοποννήσου. Η προκήρυξη απεστάλη σχεδόν σε όλα τα ανακτοβούλια της Ευρώπης, στα οποία οι επαναστατημένοι Έλληνες γνωστοποιούσαν την απόφασή τους να αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό και από τα οποία ζητούσαν τη συνδρομή τους σε χρήματα και όπλα.

Η επιστολή φέρει μεν την υπογραφή του Πετρόμπεη, αλλά δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τον συντάκτη της. Ο γνωστός Μεσσήνιος ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος υποστήριξε παλαιότερα (1957) ότι το κείμενο συντάχτηκε από το επιτελείο της Φιλικής Εταιρείας στη Βλαχία και απεστάλη στην Πελοπόννησο μέσω του Παπαφλέσσα και του Δουκάκη. Ο Θάνος Ζακόπουλος, εξετάζοντας το έγγραφο που βρίσκεται στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Βρετανίας (το γνωστό Foreign Office) και θεωρείται ως πρωτότυπο, αποφάνθηκε ότι γράφτηκε από το Γεώργιο Παγώνη, γραμματέα του Μαυρομιχάλη.

Όποιος και αν ήταν ο συντάκτης, γεγονός παραμένει ότι στην προειδοποίηση ο Πετρόμπεης περιγράφεται ως αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών στρατευμάτων. Το γεγονός αυτό δεν είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία, τόσο για την επανάσταση όσο και για τον αναδομημένο ρόλο των σύγχρονων Σπαρτιατών. Στην απόφαση του Πετρόμπεη να αναλάβει την αρχηγία, καταλυτικός ήταν ο ρόλος του Παπαφλέσσα. Περί τα μέσα Μαρτίου, δένει στο λιμάνι του Αλμυρού ένα πλοίο γεμάτο πολεμοφόδια, το οποίο είχε σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης.

Τότε ο Παπαφλέσσας κατάφερε με τέχνασμα να πείσει τον Πετρόμπεη να δώσει άδεια εκτελωνισμού του φορτίου του πλοίου. Έτσι, σε περίπτωση που αποκαλυπτόταν το περιεχόμενό του, ο Πετρόμπεης θα εξετίθετο στους Τούρκους και θα αναγκαζόταν να προσχωρήσει στην επανάσταση. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν συνέβη, διότι όταν ο Τούρκος διοικητής της Καλαμάτας, Σουλεϊμάν Αρναούτογλου ζήτησε να μάθει για το φορτίο, πήρε την απάντηση πως μετέφερε λάδι και απλώς συνοδευόταν από ένοπλους χωρικούς για τον φόβο των ληστών. Ο Αρναούτογλου όμως που δεν είχε πειστεί ζήτησε από τον Πετρόμπεη ενισχύσεις και έτσι στις 20 Μαρτίου έφτασαν στην Καλαμάτα 150 Μανιάτες με αρχηγό τον πρωτότοκο γιο του μπέη Ηλία Μαυρομιχάλη. Εκτιμώντας σωστά την κατάσταση, ο τελευταίος έπεισε τον Αρναούτογλου να ζητήσει περαιτέρω ενισχύσεις για την καλύτερη προστασία της πόλης. Έτσι ο δρόμος ήταν ανοικτός για την απελευθέρωση.

Εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε μια αντιστροφή της ιστορίας: οι Λακεδαιμόνιοι του 1821 δεν εξαιρούνται του κοινού σώματος των ελλήνων αλλά μπαίνουν μπροστά στον αγώνα. Πείθονται μάλιστα για την αναγκαιότητα αυτής της απόφασης όχι από τους πάτριους νόμους ή κάποια γερουσία αλλά από ένα ξένο και μάλιστα Μεσσήνιο, τον Γρηγόριο Δικαίο ή Παπαφλέσσα. Γεννημένος στην Πολιανή της Μεσσηνίας (στα σύνορα με την Αρκαδία), ο περίφημος «μπουρλοτιέρης των ψυχών» ήταν κατά πολύ νεότερος του Πετρόμπεη (56 ετών ο ένας, 33 ο άλλος). Λέγεται μάλιστα ότι όταν ο Πετρόμπεης αντελήφθη το τέχνασμα του Παπαφλέσσα με το φορτίο έστειλε 20 άνδρες του υπό την αρχηγία του ανεψιού του Κωνσταντή Πιερράκου στη Μονή της Σιδερόπορτας, όπου βρισκόταν ο ατίθασος κληρικός, με εντολή να τον σκοτώσουν, αλλά ο τελευταίος σώθηκε χάρη στην προειδοποίηση του Ηλία Μαυρομιχάλη.

Ως ιστορική ειρωνεία μπορεί επίσης να θεωρηθεί το γεγονός ότι, μετά τη θυσία του στο Μανιάκι (1825), ο Παπαφλέσσας ονομάστηκε «νέος Λεωνίδας», αντιστρέφοντας έτσι οριστικά και τελεσίδικα τους καταπιεσμένους από τους Σπαρτιάτες Μεσσήνιους. Τέλος, μπορεί ο Λάκων Πετρόμπεης να ηγείται επίσημα των ελληνικών στρατευμάτων αλλά στον τίτλο του περιλαμβάνει τους Μεσσήνιους ως ισότιμους με τους Σπαρτιάτες.  

Η τελευταία διαπίστωση μας φέρνει στο δεύτερο στοιχείο που ανατρέπει άλλο ένα από τα αρχαία στερεότυπα: τον αναβαθμισμένο ρόλο των Μεσσήνιων. Ελέχθη νωρίτερα ότι οι Μεσσήνιοι παρέμειναν επί τέσσερις περίπου αιώνες είλωτες των Σπαρτιατών, ευρισκόμενοι στη σκιά των πιο σημαντικών ιστορικών και πολιτισμικών γεγονότων της αρχαϊκής και κλασικής περιόδου. Το εύφορο έδαφος της περιοχής απέβη μοιραίο για τους φιλήσυχους Μεσσήνιους που δέχτηκαν τη Σπαρτιατική εισβολή και κατοχή ήδη από τα μέσα του 8ου αιώνα (έναν αιώνα δηλ. μετά την εποχή του Ομήρου) κατά το γνωστό ως Α’ Μεσσηνιακό Πόλεμο. Οι Μεσσήνιοι αντιστάθηκαν σθεναρά υπό το γενναίο αρχηγό τους Αριστόδημο, ο οποίος λέγεται ότι, για να σώσει τον τόπο του, θυσίασε την κόρη του σύμφωνα με το σχετικό χρησμό των Δελφών – μάταια όμως.  

Έναν αιώνα αργότερα (7ος αι.) οι Μεσσήνιοι ξεσηκώνονται εναντίον των Σπαρτιατών, στον γνωστό ως Β’ Μεσσηνιακό Πόλεμο, στον οποίον συμμετέχουν και άλλες πόλεις της Πελοποννήσου. Με τους Μεσσήνιους συμμάχησαν οι Αργείοι, οι Αρκάδες και οι Ηλείοι, ενώ με την Σπάρτη συντάχθηκαν οι Κορίνθιοι που ήταν εχθροί των Αργείων. Παρά τα ηρωικά κατορθώματα του Μεσσήνιου στρατηγού Αριστομένη (ο θρύλος του οποίου παρέμεινε ζωντανός επί αιώνες), οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να καταστείλουν την εξέγερση. Μία ακόμα επανάσταση των Μεσσήνιων, μετά τον καταστροφικό σεισμό του 464 π.Χ. που έπληξε την Σπάρτη, πνίγηκε στο αίμα με τη βοήθεια της δημοκρατικής Αθήνας!  Η Μεσσηνία απελευθερώθηκε τελικά μετά την εκστρατεία των Θηβαίων στην Πελοπόννησο (το 369-8 π.Χ.), όταν ιδρύθηκε η αρχαία Μεσσήνη. Εντούτοις, δεν θα γινόταν ποτέ μεγάλη δύναμη μέχρι την τελική κατάληψή της από τους Ρωμαίους (146 π.Χ.).

Επιστρέφοντας στα γεγονότα του 1821, θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι Μεσσήνιοι πήραν πανηγυρική «ρεβάνς», αποκαθιστώντας έτσι το πικρό παρελθόν τους ως ειλώτων. Μπορεί οι είλωτες να μην ήταν ακριβώς δούλοι αλλά θεωρούνταν πάντοτε περιουσία της Σπάρτης. Δεν εργάζονταν στα σπίτια των κυρίων τους ούτε διαβιούσαν με τους ελεύθερους πολίτες, αλλά ασχολούνταν με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή ζώντας με τις οικογένειές τους σε καλύβες ως δουλοπάροικοι. Παρά τη σχετική αυτονομία τους, οι είλωτες, που ήταν έως και δέκα φορές περισσότεροι από τους ελεύθερους πολίτες, ζούσαν σε καθεστώς ιδιαίτερης καταπίεσης. Η παρουσία τους αποτελούσε μόνιμο κίνδυνο για την πολιτική σταθερότητα της Σπάρτης. Για να αποφευχθεί το μίασμα που θα προκαλούσε ο φόνος τους, αλλά και για να είναι δυνατή η άμεση καταστολή οποιασδήποτε επαναστατικής τους ενέργειας, η Σπάρτη κήρυσσε επίσημα κάθε χρόνο συμβολικό πόλεμο εναντίον τους. Με τον τρόπο αυτό οι ελεύθεροι πολίτες μπορούσαν να σκοτώνουν είλωτες χωρίς να λογοδοτούν. Στη φρικτή αυτή τακτική συμμετείχαν και οι νεαροί Σπαρτιάτες που έστηναν ενέδρες στους είλωτες ως μέρος της τελετής ενηλικίωσής τους.

Όλα αυτά ανατράπηκαν άρδην μετά τις 23 Μαρτίου 1821. Παρά την Λακωνική ιδιότητα του Πετρόμπεη, η απελευθέρωση της Καλαμάτας συνδέθηκε περισσότερο με τους Μεσσήνιους παρά με τους Λάκωνες. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι τους επόμενους μήνες και έως το τα τέλη του 1821, στην Ευρώπη εκδίδονται αρκετά έργα Μεσσηνιακού ενδιαφέροντος, ενώ σε ευρωπαϊκές σκηνές ανεβαίνουν τραγωδίες με κεντρικούς χαρακτήρες τη Μερόπη, πρώτη βασίλισσα της Μεσσηνίας, τον Αριστόδημο και τον Αριστομένη.

Ένα τέτοιο έργο είναι «Η θυσία του Αίπυτου» (Il sacrifizio dEpito) που ανέβηκε στο θέατρο San Carlo της Νάπολη, στις 30 Μαΐου 1821, σε μουσική του Ναπολιτάνου συνθέτη και ακτιβιστή Michele Caraffa (1787-1872). Με το όνομα Αίπυτος περιγράφεται ο Αριστόδημος, που φέρεται ως απόγονος του Αίπυτου, γιου του βασιλιά της Μεσσηνίας Κρεσφόντη. Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τη θυσία της κόρης του Αριστόδημου, Δίρκης, ο οποίος θυσιάζει την κόρη του στο βωμό της πατρίδας μετα από σχετικό χρησμό.

Την ίδια χρονιά (1821), εκδίδεται και κυκλοφορεί στη Βενετία η δίγλωσση έκδοση Principali fatti della storia greca antica / Σημαντικότερα γεγονότα της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, με πλούσια εικονογράφηση, όπου η ιστορία του Αριστόδημου και της θυσίας της κόρης του καταλαμβάνει αρκετές σελίδες.

Εκτός από τον Αριστόδημο, μεγάλη δημοτικότητα την ίδια περίοδο γνωρίζει και η Μερόπη, σύζυγος του πρώτου βασιλιά της Μεσσηνίας Κρεσφόντη. Η ιστορία της Μερόπης είχε γίνει γνωστή από την αρχαιότητα, μέσα από την τραγωδία του Ευριπίδη Κρεσφόντης, που σώζεται αποσπασματικά. Ο Κρεσφόντης δολοφονήθηκε από το σφετεριστή Πολυφόντη, μαζί με δύο από τα τρία παιδιά του· το τρίτo φυγαδεύτηκε από τη μητέρα του στην Αρκαδία, αλλά όταν ενηλικιώθηκε επέστρεψε για να εκδικηθεί για τον πατέρα του και να ανακαταλάβει το θρόνο. Στην Ποιητική του, ο Αριστοτέλης θεωρεί τον Κρεσφόντη του Ευριπίδη ως πρότυπο τραγικής αναγνώρισης. Ο Κρεσφόντης του Ευριπίδη, μαζί με λατινική μετάφραση, επανεκδίδεται στη Γλασκώβη της Σκωτίας μέσα στο 1821 ως μέρος των απάντων του.

Το ίδιο έτος επανεκδίδεται στο Παρίσι και η Μερόπη του Βολταίρου (1743), μια θεατρική διασκευή που θεωρείται ένα από τα πιο σπουδαία έργα του γάλλου φιλοσόφου. Επίσης το 1821 επανακυκλοφορεί άλλη μια θεατρική Μερόπη από το μεγάλο Iταλό συγγραφέα Vittorio Alfieri (1749-1803), σε αγγλική μετάφραση του Charles Lloyd, φίλου και συνεργάτη του William Wordsworth (1770-1850). Η Μερόπη πέρασε και στο γερμανικό χώρο, μέσα από την ομώνυμη τραγική όπερα του Wilhelm Mangold (1796-1875), που ανέβηκε το 1823 στο Darmstadt.

Μερίδιο στη δημοτικότητα των Μεσσήνιων ηρώων κατέχει και ο Αριστομένης, αρχηγός των Μεσσηνίων στο Β’ Μεσσηνιακό Πόλεμο (7ος π.Χ. αι.). Το 1821 κυκλοφορεί στη Φλωρεντία η ιταλική μετάφραση του έργου Aristomenes und Gorgus (1802) του Γερμανού συγγραφέα August Lafontaine (1758-1831), στο οποίο ο Μεσσήνιος στρατηλάτης συμβουλεύει τον εκπαιδευόμενο γιο του Γοργώ.

Άλλο ένα σημείο τριβής των αρχαίων που αποκαθίσταται από τους επαναστατημένους έλληνες είναι η επιλογή του ιδανικού πολιτεύματος. Στην περίπτωση του Πλάτωνα, καίτοι γίνεται λόγος για κοινοκτημοσύνη των φυλάκων και κοινή παιδεία, η Πολιτεία του είναι μία αυστηρά διαρθρωμένη κοινωνία, που έχει χαρακτηριστεί ιδιαίτερα ταξική και αριστοκρατική, ακόμα και αν πρόκειται για μια αριστοκρατία του πνεύματος. Ούτως ή άλλως, οι φύλακες αποτελούν μία οιονεί «ελίτ», που εξασφαλίζει την ύπαρξή της από την υποταγμένη τάξη των δημιουργών, έστω και αν αυτό αποβλέπει στη διατήρηση της αρμονίας.  

Στον Αριστοτέλη πάλι, η δημοκρατία είναι μία από τις τρεις ορθές «πολιτείες», μαζί με τη βασιλεία και την αριστοκρατία, καθώς θεωρούνται ότι αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος των πολιτών. Υπάρχουν βέβαια και οι αντίστοιχες παρεκτροπές τους (η τυραννία, η ολιγαρχία και η οχλοκρατία), που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων. Αν και ο Αριστοτέλης προτιμά το δημοκρατικό πολίτευμα, εντούτοις εκφράζει επιφύλαξη για την άσκηση της εξουσίας από τους πολλούς, όταν αυτοί δεν διαθέτουν την απαιτούμενη ικανότητα και γνώση.

Τι συμβαίνει λοιπόν κατά την επανάσταση του 1821; Ελέχθη ότι η Μεσσηνιακή Γερουσία συγκροτήθηκε μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ο οποίος και ανέλαβε πρόεδρος δωδεκαμελούς επιτροπής. Το ενωτικό πνεύμα της γερουσίας συνοψίζεται σε μια φράση της Προειδοποίησης εις τα ευρωπαϊκάς αυλάς: «πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας απερρίφθησαν εις τον βυθόν της λήθης, και άπαντες πνέομεν πνοήν ελευθερίας».

Συνέχεια της Μεσσηνιακής Γερουσίας ήταν η Πελοποννησιακή Γερουσία που συγκροτήθηκε δυο μήνες αργότερα και λειτούργησε μέχρι τη Β’ Εθνοσυνέλευση Άστρους, τον Απρίλιο του 1823. Αρκετοί πρόκριτοι από την Πελοπόννησο ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση του Πετρόμπεη συνήλθαν στη Μονή Καλτεζών, στα σύνορα Αρκαδίας και Λακωνίας, περί τα τέλη Μαΐου 1821 και ψήφισαν τη σύσταση «Γερουσίας όλου του Δήμου των επαρχιών της Πελοποννήσου» γνωστής και ως «Πελοποννησιακής Γερουσίας» (από το όνομα της σφραγίδας της) με πρόεδρο το Μαυρομιχάλη.

Η δημοκρατική διάθεση των επαναστατημένων Ελλήνων προκύπτει και από την προκήρυξη των πρώτων εθνικών εκλογών, στις 21 Νοεμβρίου 1822, που υπογράφουν ο Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού και ο Αρχιγραμματέας της Επικρατείας: «Πρέπει να εκλέξητε βουλευτάς αξίους της εμπιστοσύνης σας και ικανούς να εκτελέσωσιν τα ιερά χρέη των διοικητών. Τακτικήν εκλογήν αποφασίζει ο νόμος εκείνην, εις την οποίαν μικροί και μεγάλοι, ιερείς και λαϊκοί, πάσης τάξεως και καταστάσεως άνθρωποι, εν ενί λόγω ο λαός ολόκληρος έχει την ψήφον του».

Ακόμα και ο Καποδίστριας, πολύ πριν αναλάβει κυβερνήτης της Ελλάδας, εμφορείτο από δημοκρατικά ιδεώδη. Το 1801, γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της αυτόνομης Ιονίου Πολιτείας και παίρνει πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση του επτανησιακού συντάγματος, που είχαν επιβάλει Ρώσοι και Τούρκοι υπό τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα». Αποτέλεσμα των προσπαθειών του ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803 παρά την αντίδραση των μεγάλων δυνάμεων.

Αργότερα, ως εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα και ανεξαρτησία της χώρας, ενώ συνεισέφερε τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε την ίδρυση Ελβετικής Ομοσπονδίας με 19 αυτόνομα κρατίδια, εξού και τα αγάλματά του σε διάφορες ελβετικές πόλεις. Παρέμεινε μάλιστα στη Γενεύη από το 1822 έως το 1827, λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη και βοηθώντας ποικιλοτρόπως το επαναστατημένο έθνος.

Ας αναφερθούμε τέλος στην αντίληψη των επαναστατημένων για την ελληνικότητά τους, που μπορεί να ανιχνευθεί και πάλι μέσα από την Προειδοποίηση εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς. Μπορεί βέβαια στο άνοιγμα του κειμένου να γίνεται λόγος για «τους δυστυχείς πελοποννησίους γραικούς», στους οποίους δεν έχει απομείνει παρά «μόνον πνοή […] δια να ωθή κυρίως τους εγκάρδιους των αναστεναγμούς», όμως αυτό φαίνεται ότι χρησιμοποιείται είτε ως εναλλακτική ονομασία είτε για να δώσει έμφαση στη δυστυχία των ραγιάδων. Τούτο προκύπτει από το κλείσιμο του εγγράφου, στο οποίο γίνεται ευθεία αναφορά στην Ελλάδα και το ελληνικό γένος: «Τούτου ένεκεν προσκαλούμε επιμόνως την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων ευρωπαϊκών γενών ώστε να δυνηθώμεν […] να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας. Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς δια της οποίας και υμείς εφωτίσθητε απαιτεί ως εν τάχει την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας και δια χρημάτων και δια όπλων…». Εδώ πρέπει να προσέξουμε ότι η Ελλάς αποκαλείται μητέρα, δηλ. άμεσος πρόγονος και όχι γενικά και αόριστα τροφός, προμήτωρ κλπ. Αλλά και ο όρος «Γραικοί» ενδέχεται να χρησιμοποιείται ως μετάφραση του ευρωπαϊκού όρου Greek ή Grecque, με τον οποίο επίσης περιγράφονταν από ευρωπαίους συγγραφείς της περιόδου οι αρχαίοι έλληνες! Ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της χρήσης αποτελεί το πόνημα του σπουδαίου γάλλου κλασικιστή Jean Jacques Barthelemy (1716-95) Les Voyages du jeune Anacharsis en Grèce (1788), που μεταφράστηκε στα αγγλικά αλλά και στα ελληνικά από τον Ρήγα Φεραίο (1797) και επανεκδόθηκε το 1821.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην περίφημη ομιλία του προς τους νέους στην Πνύκα (1838) έλεγε: «Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο». Αυτό ήταν το κυρίαρχο πνεύμα της επανάστασης, που εμφανίστηκε με την απελευθέρωση της Καλαμάτας και το οποίο είθε να μας εμπνέει και στο μέλλον.

 

 

 

 

ΚΑΝΤΖΙΛΙΕΡΗ
ΜΠΕΧΡΑΚΗΣ