Αν ήσουν φτωχός και ο μισθός στη θάλασσα ήταν πεντέμισι φορές πάνω απ’ ό,τι στη στεριά, τότε αναγκαζόσουν να φύγεις, αφήνοντας πίσω ζωή και οικογένεια. Έτσι μπάρκαρε και ο Χρήστος Μαλανδράκης το 1932 με το «Άγιο Μάρκος». Ως ασυρματιστής ή μαρκόνης (από τον Ιταλό εφευρέτη της εκπομπής ραδιοκυμάτων σε μεγάλη απόσταση, Γουλιέλμο Μαρκόνι).
«Ο μαρκόνης περνούσε ατέλειωτες ώρες μέσα στο θάλαμό του, λαμβάνοντας μηνύματα άλλοτε ευχάριστα και άλλοτε δυσάρεστα. Πώς να πεις στο δεύτερο μηχανικό ότι έχασε τη γυναίκα του πάνω στη γέννα του παιδιού τους; Αυτό δε λέγεται. Κι όμως ο μαρκόνης έπρεπε να βρει τρόπο να το πει στο συνάδελφό του. Αυτός ήταν ο μοναδικός σύνδεσμος των ναυτικών με τις οικογένειές τους» παρατήρησε ο Παύλος Γκραίκης, μέλος του Δ.Σ. του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, συντονιστής της χθεσινοβραδινής εκδήλωσης. «Σκεφτείτε ότι πριν την ανακάλυψη του Μαρκόνι, δεν υπήρχε καμία επαφή. Οι ναυτικοί επικοινωνούσαν με τους δικούς τους όταν έπιαναν λιμάνι».
Ο Χρήστος Μαλανδράκης μιλά για τις νύφες που ταξίδευαν με προορισμό τη Νέα Υόρκη, για να παντρευτούν κάποιους άγνωστους γαμπρούς που είχαν δει σε φωτογραφία, για τον Πόλεμο και τους βομβαρδισμούς, για τα φίδια που γέμισε το καράβι από ένα φορτίο με ξύλα στον Αμαζόνιο…
«Ο Μαλανδράκης μιλάει γλυκά, σκληρά, απλά. Διαβάζεις το βιβλίο και είσαι μέσα στο θάλαμο του μαρκόνη» σχολίασε ο Παύλος Γκραίκης.
Για τους ναυτικούς που έκαναν δύο και δυόμισι χρόνια ώσπου να ξαναδούν τις οικογένειές τους μίλησε η δημοσιογράφος του ναυτιλιακού ρεπορτάζ Γκρέτα Χριστοφιλοπούλου. Για ανθρώπους που «άφηναν πίσω την ψυχή τους. Ο μαρκόνης ήταν η φωνή και το αυτί τους, τους έφερνε το χαρμόσυνο αλλά και το θλιβερό και έπρεπε να ισορροπήσει καταστάσεις. Δεν είναι εύκολο να πεις σε κάποιον ότι θα σε βομβαρδίσουν ή να μεταφέρεις την είδηση ενός ναυαγίου». Χαρακτήρισε τη γλώσσα του κειμένου δωρική και το βιβλίο ένα μικρό κομμάτι της ψυχής του Χρήστου Μαλανδράκη.
«Τα παιδιά των ναυτικών ήμασταν σαν ορφανά παιδιά» πρόσθεσε ο Άρης Μαλανδράκης. Θυμήθηκε τις μέρες που ο πατέρας επέστρεφε από ταξίδι. Στο σπίτι έμπαινε η μυρωδιά του τσιγάρου και ο ήχος του τηλέγραφου, καθώς ο Χρήστος Μαλανδράκης, είτε από συνήθεια είτε για εξάσκηση, διάβαζε την εφημερίδα του και μετέτρεπε τα νέα σε σήματα μορς. Κι όταν ανέβαινε στην ταράτσα του σπιτιού τους και αγνάντευε το Σαρωνικό, συνήθιζε να στέκεται με τα πόδια ανοιχτά για να κρατάει ισορροπία, σαν να βρισκόταν πάνω σε καράβι. Οι ναυτικοί εκείνης της εποχής, ανέφερε ο Άρης Μαλανδράκης, δεν ήταν απλώς διχασμένοι αλλά τριχασμένοι, ζούσαν ανάμεσα στο σπίτι τους, στο καράβι και τον προορισμό τους κάθε φορά.
«Όταν θυμόμαστε τους άλλους, θυμόμαστε τον εαυτό μας» κατέληξε ο Άρης Μαλανδράκης, προσθέτοντας ότι μέσα από τις μνήμες του πατέρα του θυμήθηκε και ο ίδιος τη δική του παιδική ηλικία.
Την εκδήλωση για το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, διοργάνωσε το βιβλιοπωλείο «Βιβλιόπολις» ενώ την επιμέλεια είχε ο Σωτήρης Θεοδωρόπουλος.
Ακολουθούν φωτογραφίες