Ένα τόσο σοβαρό θέμα γίνεται εργαλείο στα χέρια ανεύθυνων, και χρησιμοποιείται για την αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης. Το κομματικό συμφέρον, υπεράνω του εθνικού
Οι ύβρεις, οι απειλές που εκτοξεύονται εναντίον βουλευτών και η επιχειρούμενη τρομοκράτησή τους, είναι πρακτικές παρακράτους. Γενούν διχασμό και θυμίζουν τις χειρότερες στιγμές της δεξιάς παράταξης. Τότε που ταυτόχρονα με την εκλεγμένη κυβέρνηση, λειτουργούσε και ένας παρακρατικός μηχανισμός, που συνεπικουρούσε την εκλογή της και την διατήρησή της στην εξουσία.
Θλίψη προκαλεί και η σιωπή πρώην πρωθυπουργών και πολιτικών στελεχών, των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Ενώ γνωρίζουν, ότι η συμφωνία των Πρεσπών, είναι, με διαφορά, η καλύτερη από όσες είχαν διαπραγματευτεί στο παρελθόν, δεν καταθέτουν την άποψή τους, δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αντιστοιχεί. Θα κριθούν από τον ιστορικό του μέλλοντος
Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μπορούσε, αναλογιζόμενος το πολιτικό κόστος, να μην ανοίξει το Μακεδονικό (παρά την ευκαιρία, με την αλλαγή του κυβερνητικού σχήματος στη γείτονα), χωρίς να τον κατηγορήσει κανένας. Ούτε οι προηγούμενες κυβερνήσεις γιατί και οι ίδιες αδράνησαν από το 1991, ούτε οι συντασσόμενοι με τη λύση του προβλήματος, αφού θα ήταν δικαιολογημένη η προσήλωσή του, στην ανάκαμψη της οικονομίας και την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση.
Όμως οι επιπτώσεις για τη χώρα θα ήταν ολέθριες.
Όχι μόνο οι 140, αλλά και οι 190 χώρες του ΟΗΕ, θα αναγνώριζαν τη γειτονική μας χώρα ως Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ενώ εμείς θα παίζαμε, σ' ένα "προσχηματικό θέατρο", τους οργισμένους, για τη χρήση του συνταγματικού της ονόματος στους αθλητικούς αγώνες, στις συναντήσεις των βαλκανικών χωρών και σε άλλα fora.
Η οικειοποίηση της ιστορίας μας από τη γείτονα, θα ήταν πλήρης, μέσω αγαλμάτων, ονομάτων οδών, αεροδρομίων, και υποκίνηση αλυτρωτισμών μέσω βιβλίων, σχολικής διδασκαλίας.
Η επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή θα ενδυναμωνόταν.
Τα παραπάνω είναι προφανή γι΄ αυτό χαρακτηρίστηκαν ως "προδοτικές πράξεις" η δήθεν παραχώρηση της γλώσσας και της εθνότητας.
Πως να παραχωρήσεις κάτι που δεν έχεις; Για τη γλώσσα ο ο Μάθιου Νιμιτς αναφέρει: "το 1992, η ομάδα εμπειρογνωμόνων των Ηνωμένων Εθνών για τα γεωγραφικά ονόματα (UNGEGN) άρχισε να ενημερώνει τους επίσημους καταλόγους των ονομασιών χωρών, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσών...
Στη σελίδα 94 του παρόντος εγγράφου, υπάρχει η εγγραφή για την "Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας" και η καταχώριση υπό τον τίτλο "Γλώσσα" είναι «μακεδονική" (mk: Macedonian")».
Για την εθνότητα, ως γνωστόν, οι διεθνείς συμφωνίες συντάσσονται με βάση το διεθνές δίκαιο, το οποίο δεν καταγράφει εθνότητες.
Αλλά και όσοι συνδέουν την συμφωνία αποκλειστικά και μόνο με την ένταξή της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, υποκρίνονται. Γιατί γνωρίζουν το περιεχόμενο της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει το κράτος της ΠΓΔΜ, με την προϋπόθεση, ότι οι γείτονες θα αποδεχθούν μια κοινά αποδεκτή ονομασία και θα απαλείψουν κάθε αλυτρωτική βλέψη σε βάρος μας και δεσμεύεται, ότι θα αποδεχθεί την ένταξή της στο ΝΑΤΟ με το προσωρινό της όνομα. Για την παραβίαση αυτού του όρου το 2008, καταδικάσθηκε η Ελλάδα από το Διεθνές Δικαστήριο.
Από τη στιγμή λοιπόν που ο Ζόραν Ζάεφ δεν ακολούθησε την εθνικιστική πολιτική των προκατόχων του, δέχθηκε να αλλάξει το συνταγματικό όνομα της χώρας του και την απάλειψη των αλυτρωτικών βλέψεων σε βάρος μας, μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και χωρίς τη συναίνεσή μας. Επομένως ας σταματήσει κι αυτή η ρητορεία.
Με την κύρωση της συμφωνίας, παίρνουμε την ιστορία μας πίσω. Ανατρέπονται τετελεσμένα. Η γειτονική μας χώρα δεν θα ονομάζεται "Μακεδονία", αλλά "Βόρεια Μακεδονία", έναντι όλων. Στο διαβατήριο δίπλα στην ένδειξη Μακεδόνας, προστίθεται η φράση πολίτης της βόρειας Μακεδονίας και η γλώσσα ορίζεται επίσημα ως σλαβική γλώσσα.
Η προοπτική ένταξης της γείτονος στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, αποτρέπει σενάρια διαμελισμού της και απορρόφησή της από άλλα κράτη και ανακόπτει την επιρροή της Τουρκίας.
Αναβαθμίζεται το κύρος της χώρας και εκπέμπεται ένα θετικό σήμα σε περίοδο ανόδου της εθνικιστικής περιχαράκωσης και της εσωστρέφειας των ευρωπαϊκών κρατών.
Απεγκλωβίζονται οι δύο χώρες από μια διένεξη δεκαετιών, η οποία λειτούργησε τοξικά για τις δύο κοινωνίες, συσσωρεύοντας φορτίο έντασης, καχυποψίας και μνησικακίας και χτίζονται σχέσεις φιλίας και ειρηνικής συνανάπτυξης.
*Ομιλία στη Βουλή κατά την Κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών