Όπως είναι γνωστό το Δημόσιο χρέος συν το ιδιωτικό ξεπερνούν κατά πολύ τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ και κάθε μήνα με τους δανεισμούς αυξάνει.
Από τη άλλη μεριά η Δημόσια περιουσία έχει περάσει, πλέον, στα χέρια ξένων συμφερόντων και οι πολυεθνικές λυμαίνονται ανεξέλεγκτα τον ιδρώτα του Ελληνικού λαού.
Με τις πολιτικές που ακολουθούνται τα τελευταία χρόνια, ο γεωργικός τομέας της χώρας μαραζώνει συνέχεια και είναι πνιγμένος στα χρέη.
Ταυτόχρονα, αν και βρισκόμαστε σ’ έναν παράδεισο από άποψη κλιματικών συνθηκών, εισάγουμε πατάτες από την Αίγυπτο, σκόρδα από την Κίνα, λεμόνια από την Αργεντινή και πάει λέγοντας...
Ποιος φταίει για όλα αυτά, μήπως ο αγροτικός κόσμος της χώρας μας, που προσπαθεί με νύχια και με δόντια για να σταθεί όρθιος;
Από την άλλη μεριά τα χωριά μας σ’ όλη την Ελληνική επικράτεια ερημώνουν και η μόνη ελπίδα σωτηρίας τους είναι να κατοικηθούν από ξένους οικονομικούς μετανάστες.
Στις πόλεις πάλι η ζωή μέρα με την ημέρα γίνεται ανυπόφορη με την ακρίβεια σε αγαθά πρώτης ανάγκης να κατατρώει το πενιχρό εισόδημα των πολιτών και με τα ενοίκια των κατοικιών να είναι απλησίαστα.
Όσο για τα μικρομάγαζα, ας μην το συζητάμε καθόλου, γιατί, κατά γενική ομολογία, οι καταστηματάρχες κλαίνε τη μοίρα τους και δεν ξέρουν αν θα βγάλουν τα έξοδα ή θα καταλήξουν κάποια ημέρα στη φυλακή.
Όσο για τα funds, επειδή δεν βρίσκουν τίποτα άλλο πλέον να λεηλατήσουν από το Δημόσιο, έχουν πέσει σαν τα κοράκια πάνω στον ιδιωτικό τομέα και βγάζουν στο σφυρί τις περιουσίες του καταχρεωμένου κοσμάκη.
Όλα αυτά κι όχι μόνο οδήγησαν τα τελευταία χρόνια μισό και πλέον εκατομμύριο Ελληνόπουλα ν’ ακολουθήσουν τον δρόμο της ξενιτιάς.
Όπως ακριβώς είχαν κάνει οι γονείς τους τις δεκαετίες του 1950 κaι ‘60, που κατά σύμπτωση και τότε κυβερνούσαν την χώρα μας οι ίδιες συντηρητικές παρατάξεις της δεξιάς.
Όλα αυτά δεν είναι λόγια του αέρα αλλά η ωμή πραγματικότητα και το ερώτημα που τίθεται είναι απλό.
Προς τι, λοιπόν, τα «χαχανίσματα» από κάποιους αθεράπευτα τιμητές της κατασυκοφάντησης, για τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου;
Δημήτρης Ν. Μπουσούνης Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.