Βασικός πυλώνας οικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης στη χώρα μας, κατά τεκμήριο, είναι ο τουρισμός. Η συμβολή του τουριστικού προϊόντος στο ΑΕΠ φτάνει στο 10%.
Σε αυτή την εποχή της βαθιάς οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα μας, πρέπει να δοθεί βάρος στις κατάλληλες και επαρκείς υποδομές στον τομέα του τουρισμού, οι οποίες σε συνδυασμό με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που προσφέρει η χώρα μας, λόγω της θέσης της στο γεωμορφολογικό χάρτη της Ευρώπης, θα δώσουν κάποια ώθηση στην οικονομία.
Είναι, λοιπόν, στρατηγικής σημασίας για την οικονομία και την ανάπτυξη του τόπου μας, να οργανωθεί σε σωστές και υγιείς βάσεις ο τουρισμός, με όρους αειφορίας και βιωσιμότητας, με βασική προϋπόθεση πάντα τη συμμετοχή και ωφέλεια των τοπικών κοινωνιών.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, η αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τον τουρισμό, που τέθηκε σε διαβούλευση, είναι ένα ζήτημα πολύ σημαντικό, με τεράστιες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.
Κατ’ αρχήν θα πρέπει να επισημανθεί ότι σύμφωνα με τον Ν. 2742/99 για τον Χωροταξικό Σχεδιασμό, τα Ειδικά Πλαίσια αναθεωρούνται ανά πενταετία. Στο χρονικό αυτό διάστημα είναι κατ’ εξαίρεση δυνατή η τροποποίησή τους, προκειμένου να αντιμετωπίσουν έκτακτα ζητήματα που ανακύπτουν λόγω φυσικών καταστροφών, κινδύνων, απρόβλεπτων αναγκών ή διεθνών και ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα, τι εξυπηρετεί η αναθεώρηση του χωροταξικού πλαισίου πριν κλείσει 3 χρόνια από τη δημοσίευσή του σε ΦΕΚ (ΦΕΚ 113γ Β, 11-6-2009) και μάλιστα με τέτοια βιασύνη, που δόθηκε για διαβούλευση ο απαράδεκτα μικρός χρόνος των μόλις 15 ημερών; Μάλιστα ήταν τόση η προχειρότητα της αναθεώρησης, που το κείμενό της δεν συνοδεύεται ούτε καν από χάρτες, με αποτέλεσμα η όποια κατηγοριοποίηση να γίνεται σε περιοχές και οι αντίστοιχες προτεραιότητες και δεσμεύσεις που προτείνονται να μην έχουν κανένα γεωγραφικό προσδιορισμό.
Κατά συνέπεια, προκύπτει και άλλο ένα επιτακτικό ερώτημα, σχετικά με τις χωροθετήσεις νέων τουριστικών μονάδων στην εκτός σχεδίου περιοχή, που αυξάνει σημαντικά τα όρια αρτιότητας. Έτσι:
α) Στις περιοχές Α, όπου εντάσσονται οι δυναμικές ανεπτυγμένες τουριστικά περιοχές, αυξάνεται το όριο αρτιότητας από 8 στρ., που ισχύει σήμερα, σε 20 στρ. και από 15 στρ. σε 20 στρ.
β) Στις περιοχές Β1, που είναι περιοχές με περιθώρια ανάπτυξης ποιοτικού μαζικού τουρισμού και που συγκεκριμένα στο Νομό μας περιλαμβάνει την παραλιακή ζώνη από Καλαμάτα έως Κορώνη και από Πύλο έως Κυπαρισσία, το όριο αρτιότητας από 8 στρ. γίνεται 20 στρ.
γ) Στις περιοχές Β2, που είναι περιοχές με περιθώρια ανάπτυξης ήπιων μορφών ειδικού εναλλακτικού τουρισμού και που σ’ αυτές για την περιοχή μας εντάσσεται ο Ταΰγετος, η ορεινή κεντρική Μεσσηνία και η Νέδα, το όριο αρτιότητας από 8 στρ. γίνεται 15 στρ. και
δ) Στις περιοχές Β3, όπου αναφέρεται σε ανεπτυγμένους πυρήνες μαζικού τουρισμού, εντός ευρύτερα αναπτυσσόμενων περιοχών, το όριο αρτιότητας από 8 στρ. γίνεται 20 στρ.
Από τα παραπάνω εύλογα προκύπτει ότι στόχος του νέου χωροταξικού για τον τουρισμό είναι η αύξηση της αρτιότητας σε 20 στρ., που με απλά λόγια σημαίνει κατάργηση των μικρών και μεσαίων τουριστικών ξενοδοχειακών μονάδων. Με αυτό τον τρόπο δίνεται ένα δυνατό χτύπημα στους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες, που είναι αυτοί που θα μπορούσαν να σύρουν το όχημα της ανάπτυξης στον τόπο μας.
Αυτά ακριβώς τα στρώματα αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας, αφού αυτά την ανατροφοδοτούν και όχι τα μεγάλα trast, που κατά κανόνα μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό. Ειδικότερα από τον τουρισμό εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα εκατοντάδες επαγγέλματα, βοηθώντας στην οικονομική ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας. Ενδεικτικά:
Όσο ίσχυε η διάταξη που επέτρεπε το χτίσιμο ξενοδοχείων στα 4 ή στα 8 στρ., η αγορά γης μπορούσε να γίνει και από ντόπιους.
Στην οικοδόμηση ξενοδοχείων μπορούν να εργαστούν ντόπιοι οικοδόμοι, σιδεράδες, μαρμαράδες, κατασκευαστές στεγών, ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, σοβατζήδες, μπογιατζήδες κ.ά.
Η προμήθεια υλικών κατασκευής και ο εξοπλισμός των μονάδων μπορεί να γίνει από ντόπια καταστήματα.
Δίνεται εργασία σε ντόπιους εργαζόμενους (λογιστές, σερβιτόρους, καθαριστές κ.ά.), μειώνοντας την ανεργία και την υποαπασχόληση.
Ενισχύεται η αγροτική παραγωγή και ο πρωτογενής τομέας της περιοχής με την προμήθεια τοπικών αγροτικών προϊόντων (λάδι, κρασί, μαρμελάδες, οπωροκηπευτικά κ.ά.).
Αντίθετα, το Ειδικό Πλαίσιο προωθεί τις ΠΟΤΑ (Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης), στις οποίες δίνει τη δυνατότητα ανάπτυξής τους, ακόμα και σε 20 στρ., τη στιγμή που με το ισχύον πλαίσιο απαιτείτο έκταση 150 στρ., ενώ γίνεται αναφορά για ιδιαίτερα αυξημένους συντελεστές δόμησης, μεγαλύτερους του 0,4 και ποσοστού κάλυψης μεγαλύτερου του 50%!!!
Τους ονομάζει οργανωμένους χωρικούς υποδοχείς τουριστικών δραστηριοτήτων (άρθρο 9) και τους επιτρέπει να εγκατασταθούν σχεδόν σε όλες τις περιοχές όπως περιοχές Β2 (με περιθώρια ανάπτυξης ήπιων μορφών εναλλακτικού τουρισμού, π.χ. Μάνη, Ταΰγετος κ.λπ.), στις περιοχές ΣΤ (ορεινές περιοχές), στις προστατευμένες περιοχές Η και σε περιοχές Natura, ακόμα και σε εγκαταλελειμμένους οικισμούς!!!
Με αυτά τα διεθνή μεγαθήρια δεν ενισχύεται αναλογικά η τοπική οικονομία. Ακόμα και στην ΠΟΤΑ της περιοχής μας, αν και είχε ο ιδιοκτήτης ντόπια χαρακτηριστικά, εκκρεμούν ζητήματα όπως:
Ποιο το τελικό ποσό της χρηματοδότησης σε σχέση με το συνολικό κόστος κατασκευής και πόσο απ’ αυτό γύρισε ή γυρίζει στην τοπική οικονομία.
Πόσο αξιοποιήθηκε ή αξιοποιείται το ντόπιο δυναμικό, οι προμηθευτές και τα προϊόντα της χώρας μας (θυμίζουμε τα εκατοντάδες λυόμενα που χρησιμοποιήθηκαν είτε για στέγαση φθηνού εργατικού δυναμικού είτε για την προμήθεια υλικών και επίπλων).
Στην ίδια λογική προώθησης του μεγάλου κεφαλαίου στον τουρισμό κινείται και το άρθρο 6 του ειδικού πλαισίου του τουρισμού για τις ειδικές – εναλλακτικές μορφές. Ενώ θα περίμενε κανείς να αξιοποιείται το βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας στη Μεσόγειο και στην Ευρώπη, το οποίο είναι η ποικιλία των τουριστικών πόρων και η ικανότητά της για μεγάλη ποικιλία εναλλακτικού τουρισμού (αρχαιολογικό, θρησκευτικό, ιαματικό, αθλητικό κ.ά.), δίνει κίνητρα και πριμοδοτεί τις τουριστικές υποδομές που διαθέτουν π.χ. εγκαταστάσεις γκολφ. Και μάλιστα λαμβάνοντας υπόψη ότι:
α) Υπάρχουν εκατοντάδες γήπεδα γκολφ στη Μεσόγειο και στην Ευρώπη.
β) Ήδη υπάρχουν 2 γήπεδα γκολφ στην ΠΟΤΑ του Νομού μας.
γ) Υπάρχουν προβλήματα υφαλμύρωσης και λειψυδρίας με τους επιστήμονες να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για ερημοποίηση της περιοχής και για ανησυχητικές κλιματικές αλλαγές.
δ) Δεν υπάρχει σχεδιασμός διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Η ανεξέλεγκτη κατασκευή στη Μεσσηνία κι άλλων γηπέδων γκολφ μόνο στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην αειφορία του τόπου δεν συμβάλλει. Αντίθετα υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων γενεών και καταστρέφει το περιβάλλον το οποίο δεν μας ανήκει, αλλά το έχουμε «δανειστεί» από τα παιδιά μας.
Στο ίδιο άρθρο 6, «ξέχασαν» να συμπεριλάβουν τα λιμάνια της Καλαμάτας και της Πύλου σε αυτά που είναι κατάλληλα για ανάπτυξη τουρισμού κρουαζιέρας, με αποτέλεσμα να μην μπορούν ούτε αυτά να ενταχθούν σε χρηματοδοτικά προγράμματα αναβάθμισής τους.
Τέλος, στο άρθρο 8 του Ειδικού Χωροταξικού, δεν τολμά να ξεκαθαρίσει τις χρήσεις γης ανά περιοχή, και περιορίζεται σε ευχολόγια για μη συνύπαρξη τουρισμού – βιομηχανίας, τουρισμού – εξόρυξης (βλ. λιγνιτωρυχείο στο Ακριτοχώρι), τουρισμού – υδατοκαλλιεργειών.
Το μέλλον του τουρισμού και της βιώσιμης ανάπτυξης του τόπου μας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και είναι αδιανόητο να κρίνεται σε διαβουλεύσεις – αστραπή και με έμφαση στην εξυπηρέτηση των μεγάλων συμφερόντων.
Έχουμε υποχρέωση στη χώρα μας και ιδιαίτερα στις επόμενες γενιές να βάλουμε τον τουρισμό σε σωστές βάσεις για να οδηγηθούμε προς την ανάπτυξη, προωθώντας μια πρωτοπόρα τοπική οικονομία, με έμφαση στον πολιτισμό, στην οικολογία, στην ανθρωπιά, στο ήθος και στις αρχές.