Η Αγγέλω «έφυγε» ενώ νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο της Καλαμάτας. Ήταν 64 ετών και είχε καρδιολογικά προβλήματα. Πέρασε δύσκολα χρόνια, γεμάτα στενοχώριες, πίκρα, με πολλές οικονομικές δυσκολίες.
Η νεκρώσιμη ακολουθία θα ψαλεί στις τρεις μετά το μεσημέρι, από τον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδας Καλαμάτας.
Θα τη θυμόμαστε πάντα για την καλοσύνη της, την αγάπη της για την ομάδα, τη δύναμή της.
Τον Μάρτιο του 2006 έδωσε στο «Flash της Μεσσηνίας» και τον Σταύρο Μαρτίνο την εξής συνέντευξη:
«Οι ποδοσφαιριστές της Μαύρης θύελλας είναι οι τελευταίοι που αποχαιρετά πριν κλείσει τα μάτια της για να κοιμηθεί και οι πρώτοι που καλημερίζει το πρωί όταν τα ξανανοίγει. Είναι τα αδέλφια της, οι φίλοι της, τα ινδάλματά της. Είναι αυτοί που όταν κερδίζουν την κάνουν ευτυχισμένη, αυτοί για τους οποίους έχει βρεθεί σχεδόν σε κάθε γήπεδο της χώρας και, τελικά, αυτοί που γεμίζουν την πολύ δύσκολη ζωή της.
Καλά καταλάβατε, η περί ου ο λόγος είναι η πασίγνωστη Αγγέλω Σμυρνιού, η πιο πιστή φίλαθλος της Καλαμάτας, η οπαδός-κόσμημα που ζηλεύουν όλες οι ομάδες. Έχει ζήσει κάθε μεγάλη αλλά και μικρότερη στιγμή της «Μαύρης θύελλας» από την ημέρα της ίδρυσής της μέχρι σήμερα και δεν σκοπεύει να τα παρατήσει όσο και αν μεγαλώσει, όσο και αν κουραστεί. Και όμως, σε αυτή την ανιδιοτελή φίλαθλο, σε αυτή τη γυναίκα που διαφημίζει την ομάδα και την πόλη, οι ιθύνοντες δεν έχουν σκεφθεί ακόμη να της ανταποδώσουν με ένα συμβολικό τρόπο την αγάπη που έχει προσφέρει στη «Θυελλάρα».
Όλα ξεκίνησαν το 1958, «ήμουν οκτώ χρονών κοπελίτσα και πήγα πρώτη φορά στο γήπεδο για να δω τον ξάδελφό μου, τον Δημήτρη τον Σμυρνιό, που έπαιζε στον Απόλλωνα. Ήμασταν Απολλωνιστές εμείς». Τότε λοιπόν η Αγγέλω είδε για πρώτη φορά τον συναρπαστικό κόσμο του ποδοσφαίρου και από την πρώτη στιγμή έγινε και εκείνη ένα από τα πιο καλά και αξιοπρεπή μέλη του.
«Προβλήματα με τους δικούς σου δεν είχες; Σου επέτρεπαν, ιδίως εκείνη την εποχή που το ποδόσφαιρο ήταν άγνωστη αλλά και απαγορευμένη λέξη για τις γυναίκες, να γυρνάς στα γήπεδα;» ήταν η ερώτηση που αυτομάτως μας ήρθε στο μυαλό. «Οι γονείς μου με άφηναν να πηγαίνω ολούθε», απάντησε η Αγγέλω, αν και επεσήμανε ότι «η μαμά μου φώναζε στην αρχή και έλεγε του πατέρα μου να μην με αφήνει γιατί ήμουν μικρή. Εκείνος όμως της απαντούσε "άσε το κορίτσι μου να πηγαίνει όπου θέλει. Δεν φοβάμαι τίποτα. Και στον στρατό να την βάλω δεν έχω πρόβλημα. Η Αγγελική θα πηγαίνει όπου της αρέσει"».
Ο πατέρας της, ο Δημήτρης Σμυρνιός, ήταν φορτοεκφορτωτής στο σωματείο της ξηράς και η μητέρα της Μαρία δούλευε στο σπίτι. Εκείνη έβγαλε μέχρι και την Γ’ Τάξη του Δημοτικού και μετά σταμάτησε για να βοηθήσει τη μητέρα της να μεγαλώσει τον έναν αδελφό της και τις τέσσερις αδελφές της. Όταν μεγάλωσε έπιασε δουλειά στις αποθήκες του Μπαλή και μετά δούλεψε στο καπνεργοστάσιο του Καρέλια επί 29 χρόνια, μέχρι και το 1992 που αρρώστησε σοβαρά και πήρε αναπηρική σύνταξη.
Η Αγγέλω είναι η μία από τους τρεις νονούς της «Μαύρης Θύελλας», «το όνομα αυτό της το έδωσα εγώ με τον Γιάννη Μπλάνα και τον Τάκη Παναγιωτόπουλο. Ήμασταν και οι τρεις στο γήπεδο της Καισαριανής, στο παλιό, σε αγώνα φυσικά της Καλαμάτας. Κάποια στιγμή λοιπόν για να εμψυχώσουμε τους παίκτες μας φωνάξαμε "Μαύρη θύελλα-Μαύρη θύελλα" και από τότε το όνομα αυτό έμεινε στην ομάδα μας και έτσι την ξέρουν όλοι οι φίλαθλοι σε όλη την Ελλάδα».
Με την ομάδα της Καλαμάτας η πασίγνωστη οπαδός της τοπικής μας ομάδας έχει βρεθεί όχι μόνο στην Καισαριανή αλλά σε κάθε γήπεδο κάθε γωνιάς της χώρας. Πριν αρρωστήσει και υποβληθεί σε εγχείρηση στην καρδιά ακολουθούσε την ομάδα παντού και φυσικά δεν είχε χάσει κανένα παιχνίδι εντός έδρας. Όσες φορές ήταν αδύνατο να παρευρεθεί στο γήπεδο, απέφευγε να δει τον αγώνα στην τηλεόραση ή να τον ακούσει στο ραδιόφωνο «γιατί δεν το αντέχω, αγχώνομαι και αρρωσταίνω περισσότερο. Γι’ αυτό περιμένω να τελειώσει το παιχνίδι και μετά τηλεφωνώ στις εφημερίδες ή σε κανέναν φίλο να μάθω τι έγινε».
Όλα αυτά τα χρόνια στο πλάι της «Μαύρης Θύελλας» η Αγγέλω έζησε και χαρές αλλά και λύπες. Ας ξεκινήσουμε με τις λύπες, εκ των οποίων η πιο έντονα χαραγμένη στη μνήμη της είναι «ο υποβιβασμός της Καλαμάτας, όταν χάσαμε από τον ΟΦΗ με 4-0 στο γήπεδό μας. Ήταν δραματική στιγμή». Το πρόσωπό της συνήλθε από τη συννεφιά όταν θυμήθηκε την πιο χαρούμενη στιγμή, «τότε που πρωτοανεβήκαμε στην Α’ Εθνική. Παίζαμε με τον Λεωνίδα της Σπάρτης, ο οποίος προηγήθηκε 1-0 αλλά στη συνέχεια βάλαμε εμείς οκτώ γκολ. Τότε ήταν που τράβηξα και ένα πέναλτι στο γήπεδο. Έχω και φωτογραφίες από αυτόν τον αγώνα. Φορούσα ένα καπέλο μεγάλο που γράφει "Φόρτσα Καλαμάτα". Μετά τον αγώνα φύγαμε από το γήπεδο του Μεσσηνιακού, εγώ ήμουν με τον μακαρίτη τον Γιώργη τον Μπάκα που ήταν ο μασέρ της ομάδας, διασχίσαμε την Αριστομένους και ήρθαμε στα Ψαράκια όπου έπεσαν τα παιδιά στο νερό. Ήταν ο Σπύρος ο Παναγιωτόπουλος, ο Γιώργης ο Κατσαφάδος, ο Κώστας ο Καμπούρης, ο Τάκης ο Τσάκωνας, ο Γιάννης ο Βαλτζής και ο μακαρίτης ο Γιώργης ο Σταματόπουλος».
Η καλύτερη περίοδος της Καλαμάτας, κατά την Αγγέλω, ήταν το ’70 που ανέβηκε για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική, «ήταν κάτι το φανταστικό γιατί ποτέ δεν περιμέναμε ότι θα γίνει αυτό το πράγμα. Πρόεδρος τότε ήταν ο Λυκούργος ο Γαϊτανάρος που έκανε και κάνει ακόμη θυσίες για την Καλαμάτα, παρ’ όλο που είναι άρρωστος. Τον αγαπούμε πάρα πολύ και εγώ τον σέβομαι, τον έχω σαν πατέρα μου και είμαι υποχρεωμένη απέναντί του. Δεν έχω παράπονο από κανέναν. Και σήμερα με τον κ. Γρηγορόπουλο έχω πολύ καλές σχέσεις».
Για την εποχή του Σταύρου Παπαδόπουλου απέφυγε να μιλήσει, αρκούμενη μόνο να σημειώσει το εξής: «Δεν έχουμε πρόβλημα με τον κύριο. Να είναι καλά ο άνθρωπος αλλά δεν μπορώ να πω περισσότερα. Εύχομαι στον Μεσσηνιακό να έχει μια καλή πορεία και όταν θα έρθει μαζί μας στη Β’ Εθνική εγώ θα είμαι μέσα όταν θα φιλοξενηθεί στο γήπεδο της Καλαμάτας. Αλλά όταν θα πάει να παίξει η Καλαμάτα στο γήπεδο του Μεσσηνιακού εγώ δεν θα πάω. Μου έχει κακοφανεί που έφυγε η ομάδα από το γήπεδο αυτό. Έχω στεναχωρηθεί που μας έδιωξαν. Τώρα η Καλαμάτα δεν έχει γήπεδο, κάνει προπονήσεις στο 5Χ5 και την πολιορκούνε».
Τους παίκτες της ομάδας, παλιούς και νέους, ξένους και ντόπιους, η Αγγέλω τους αγαπάει σαν αδέλφια της. Εκείνον όμως που ξεχωρίζει περισσότερο είναι τον «Χρήστο Καλατζή που τώρα παίζει στη Λάρισα. Προχθές μου έστειλε μια φωτογραφία του με αφιέρωση επάνω. Εκείνος που με στεναχώρησε λίγο είναι ο Βελίσκος. Πέρυσι είχα πάει εκδρομή στην Κομοτηνή και πέρασα και τον είδα γιατί μένει μόνιμα εκεί. Πρόσφατα όμως τον έφεραν οι παλαίμαχοι στην Καλαμάτα για να τον τιμήσουν και δεν με πήρε ένα τηλέφωνο να με ρωτήσει τι κάνω. Εγώ το μόνο που θέλω είναι να μου λένε μια καλημέρα, τίποτα άλλο (σ.σ. δάκρυα άρχισαν να ρέουν από τα μάτια της). Πάντως τους αγαπάω όλους και δεν πειράζει, να είναι χιλιόχρονοι όλοι».
Η αξιαγάπητη Αγγέλω οικογένεια δεν έκανε. Μεγαλώνει βέβαια η ίδια στο σπίτι της δύο από τα ανίψια της, αλλά για εκείνη ο άντρας της ήταν και είναι η Μαύρη Θύελλα. «Η Καλαμάτα», μας είπε πάλι συγκινημένη, «είναι η ψυχή μου, η ζωή μου. Όλα τα χρόνια στο προσκέφαλό μου όταν κοιμάμαι έχω μια φωτογραφία της ομάδας μας. Οι τοίχοι στο δωμάτιό μου είναι γεμάτοι από φωτογραφίες, κασκόλ της ομάδας και φανέλες που μου έχουν χαρίσει ο Θέμις ο Τζαννετής, ο Χρήστος ο Καλατζής, ο Πάντος, ο Κοτταράς. Η Καλαμάτα με ευχαριστεί και με εμπνέει. Αν δεν είχα την ομάδα και το ΚΑΠΗ δεν ξέρω τι θα είχα γίνει, γιατί η ζωή μου είναι πολύ δύσκολη, έχω προβλήματα και οικογενειακά και οικονομικά».
Με τους υπόλοιπους οπαδούς της Καλαμάτας οι σχέσεις της είναι καλές, αν και «έχω ακούσει πάρα πολλά για το άτομό μου. Δεν πειράζει όμως, άσε τον κόσμο να λέει. Εκείνο που αρέσει σε εμένα είναι η ομάδα μου. Στο γήπεδο θα πηγαίνω πάντα και τώρα παίρνω μαζί και τον μικρό μου ανιψιό, τον Σταύρο». Ούτε όμως στους εκτός έδρας αγώνες είχε πρόβλημα ποτέ η Αγγέλω αφού οι αντίπαλοι οπαδοί «πάντα με σέβονταν και με πρόσεχαν. Μια φορά μόνο είχα ένα επεισόδιο στη Σαλαμίνα. Έπαιζε τερματοφύλακας ο Ντίνος Δημητρακόπουλος, Κουφοντίνα τον φωνάζαμε, και από πίσω μας ένας τον έβριζε πολύ χυδαία. Του ζήτησα να σταματήσει και να μας αφήσει να δούμε ποδόσφαιρο αλλά εκείνος συνέχισε οπότε έγινε ένα μικρό επεισόδιο και του σκίστηκε το μάγουλο από ένα ωραίο ζευγαράκι πέδιλα που φορούσα. Ήρθε η αστυνομία αλλά εμένα δεν μου είπε τίποτα. Πήγα και έφυγα σαν κυρία».
Η ζωή της μπορεί να ξεκινάει και να τελειώνει στη Μαύρη Θύελλα ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει μάτια και για άλλες ομάδες. Μας είπε λοιπόν η Αγγέλω ότι από τις Αθηναϊκές η ομάδα της είναι ο Ολυμπιακός και μάλιστα είχε γνωριστεί με τον γνωστότερο των οπαδών του, τον Ατίλιο με την τρομπέτα. Ήταν το 1987 και η Αγγέλω είχε πάει εκδρομή στην Αθήνα με τους συναδέλφους της από του Καρέλια. Είπε λοιπόν να πάει να δει στο Καραϊσκάκη τον αγώνα του Ολυμπιακού με τον Εθνικό και εκεί «συναντήθηκα με τον Ατίλιο. Απόρησε μάλιστα που με είδε με το κόκκινο κασκόλ γιατί ήξερε ότι είμαι της Καλαμάτας. Με θυμόταν από το 1970, όταν παίξαμε με τον Ολυμπιακό στο Καραϊσκάκη. Τότε, το ’70, ήμουν η μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε 40.000 φιλάθλους και κάποιος με έριξε και έσπασε το χέρι μου. Με κατέβασαν κάτω στα αποδυτήρια και ο γιατρός του Ολυμπιακού, ο Πρίφτης, μου το έφτιαξε. Από τότε με θυμόταν ο Ατίλιο στον οποίο είπα: "Είμαι αυτή που κάποτε δεν ήθελες εδώ αλλά αν σου βαστάει τώρα πείραξέ με"».
Η Αγγέλω είναι πραγματικά πολύτιμη για την ομάδα της Καλαμάτας, αφού παρέχει πολύ σημαντικές υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων. Ιδού ένα παράδειγμα: «Εμένα μου αρέσει το ποδόσφαιρο και ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο η μπάλα. Μου αρέσει να υποδέχομαι στην πόρτα τις αποστολές των φιλοξενούμενων ομάδων, να χαιρετώ και να μιλώ με τους φιλοξενούμενους. Πρόσφατα ήρθε να παίξει με την Καλαμάτα η Νίκη Βόλου. Επειδή έχω καλές διασυνδέσεις με τον γενικό αρχηγό αυτής της ομάδας, όταν ήρθε χαιρετηθήκαμε, φιληθήκαμε και ο καθένας ευχήθηκε στον άλλο καλή επιτυχία στην ομάδα του. Οι οπαδοί της Νίκης Βόλου μου έφεραν και ένα μπουκάλι τσίπουρο, ενώ εγώ τους προσέφερα μια μεγάλη σοκολάτα που μου φέρνει κάθε Κυριακή στο γήπεδο ένας φίλος μου. Τέτοιος άνθρωπος είμαι εγώ. Πέρυσι που είχαμε πάει στη Νίκη Βόλου γνωρίστηκα με αυτούς τους ανθρώπους και είχαμε ανταλλάξει και κασκόλ. Έχουμε δηλαδή μια φιλική σχέση».
Αυτή την προσφορά πάντως, η ομάδα της Καλαμάτας δεν την έχει αναγνωρίσει ακόμη και αυτό είναι το μεγάλο παράπονο της αξιοθαύμαστης Καλαματιανής φιλάθλου: «Εγώ δεν θέλω να φάω ούτε να πιω. Δόξα τω Θεώ έχω μια σύνταξη 680 ευρώ το μήνα, δίνω τα 300 στην τράπεζα για κάποια υποχρέωση και κουτσά στραβά τη βολεύω με τα υπόλοιπα. Εκείνο που θέλω είναι την καλημέρα και την εκτίμηση του άλλου. Όπως τους εκτιμώ εγώ θέλω και οι άλλοι να με εκτιμούν. Αυτό είναι το παράπονό μου. Που δεν με έχουν τιμήσει και αντίθετα τιμούν ανθρώπους που δεν ήταν από την Καλαμάτα (σ.σ. δάκρυσε ξανά). Οι μόνοι που με έχουν τιμήσει και μου έχουν δώσει πλακέτα είναι η Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων με τον κ. Σταθόπουλο, οι διαιτητές με τον κ. Τσιμικλή και τον κ. Τσίκινη και οι παλαίμαχοι "Σούπερ Σταρς" με τον κ. Μπιστικέα».
Η αμέλεια αυτή ωστόσο από την πλευρά της διοίκησης της Καλαμάτας, σε καμία περίπτωση δεν μειώνει την αγάπη της Αγγέλως προς την ομάδα. Όπως υπογράμμισε, κλείνοντας, «ποτέ δεν μετάνιωσα για την αγάπη μου προς τη "Μαύρη θύελλα" ούτε πρόκειται να μετανιώσω. Και γριούλα να είμαι με μαγκουρίτσα, θα παίρνω ταξί και θα πηγαίνω να βλέπω την Καλαμάτα. Είναι η ζωή μου και η ψυχή μου».