Τετάρτη, 31 Οκτωβρίου 2018 12:35

Ψηλά τα χέρια Νίκα

Ψηλά τα χέρια Νίκα

Της Μαρίζας Νταϊφά 
«η αδικία, οπουδήποτε και αν συμβαίνει, απειλεί τη δικαιοσύνη παντού» (Μάρτιν Λούθερ Κινγκ)

Πολλές είναι οι φορές που ζώντας στην πόλη της Καλαμάτας έχουμε νοιώσει σαν μαριονέτες σε θέατρο του παραλόγου. Η παραχώρηση του α’ ορόφου στο αναψυκτήριο του πάρκου Σιδηροδρόμων στο σύνδεσμο εφέδρων αξιωματικών είναι ίσως η τελευταία πράξη στο καλοσχεδιασμένο σενάριο να μετατραπεί το ανοιχτό πάρκο σε αποστειρωμένο κελί. Πρώτη πράξη... η ολοσχερής εγκατάλειψη του πάρκου, δεύτερη πράξη... η πλακόστρωση του, να και τα κάγκελα που κάθε τόσο πετάνε μπόι, να και οι κάμερες, να και οι προγραμματικές δηλώσεις πως το πάρκο θα κλείνει με πόρτα το βράδυ για να προστατευτεί. Μόνο η θέση του δεσμοφύλακα έλειπε να καλυφθεί και έσπευσαν από το σύνδεσμο εφέδρων αξιωματικών με όλη τους την προθυμία και την καλοπροαίρετη διάθεση να το κάνουν. Διατυπώνοντας θρασύτατα την σπουδαιότητα της λειτουργίας τους ως προς την επίτευξη εθνικών σκοπών ένεκα των χιλιάδων παράνομων μεταναστών διαβεβαιώνουν πως θα επιβλέπουν το σιδηροδρομικό μουσείο και θα παρέχουν ασφάλεια για την ομαλή λειτουργία του πάρκου...

Ο φόβος είναι τόσο μεταδοτικός που μοιάζει να κινδυνεύουμε όλοι εμείς που εδώ και χρόνια αναπνέουμε ελεύθερα μέσα στο πάρκο. Από τι ή από ποιόν όμως κινδυνεύουμε; Αρχικά, ήταν το χώμα που λάσπωνε με τις βροχές και δεν μας άφηνε απρόσκοπτα να πραγματοποιήσουμε τους περιπάτους μας. Μετά, μπήκαν στο στόχαστρο τα σκυλιά αδέσποτα ή με φροντιστές με τα μυρωδάτα περιττώματά τους. Ήρθαν και τα πρεζάκια που κουνούν δελεαστικά τα φακελάκια με την ηρωίνη στους περαστικούς. Για να μην πιάσουμε στο στόμα μας τους βάνδαλους που σπάνε τα άδεια βαγόνια κάθε λίγο και λιγάκι αναστατώνοντας τα συνεργεία αποκατάστασης των ζημιών, κατασπαταλώντας έτσι το δημόσιο χρήμα. Έχουμε πολλούς λόγους, λοιπόν, για να μην κοιμόμαστε ήσυχοι καθώς το πάρκο μας έχει γίνει λημέρι κακοποιών.

Τι επιλέγει η δημοτική αρχή για την αναβάθμιση του πάρκου; Ερώτηση ρητορική για τους κατοίκους της πόλης μας, αφού ήδη γνωρίζουμε την απάντηση. Η λύση είναι πάντα αντικοινωνική! Ο αποφασίζων και διατάζων δήμαρχός μας δεν φυτεύει ούτε ένα καινούριο δέντρο. Λογοκρίνει και κατεβάζει την αυλαία στο φεστιβάλ δρόμου. Μοιράζει κλήσεις στους φροντιστές σκύλων που βγαίνουν για τον περίπατό τους στο πάρκο. Κλείνει τις πόρτες -προσεχώς- και βάζει ωράριο λειτουργίας. Μήπως, ο χριστιανός, έχει μπερδευτεί και νομίζει πως είναι το μαγαζί του; Και σαν να μην μας έφταναν όλα αυτά αφήνει ανοιχτή την καγκελόπορτα για να φωλιάσει μέσα στο πάρκο το φίδι του φασισμού.

Ολόκληρο το δημοκρατικό κομμάτι της πόλης μας και όχι μόνο -καθώς το θέμα έχει πάρει διαστάσεις πανελλαδικής διαμαρτυρίας- στέκεται απέναντι σε αυτή την πολιτική. Ωστόσο, παρά τις καλές μας προθέσεις και τα φλογερά ιδανικά μας συχνά επαναπαυόμαστε στην ησυχία. Ζαλιζόμαστε όταν κουνιέται πολύ η βάρκα και έτσι βρίσκουμε ένα καλό λόγο να μένουμε ακινητοποιημένοι. Όμως, οι καιροί είναι χαλεποί και η ουδετερότητα μπροστά στην αυθαιρεσία, είτε από φόβο για τη διατάραξη της δικής μας άνεσης είτε από έλλειψη εμπιστοσύνης στην ικανότητά μας να κάνουμε τη διαφορά, επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα.

Οι ιστορικές συνθήκες που διανύουμε μας δίνουν ένα καλό λόγο να είμαστε προσεκτικοί. Η αγάπη της ελευθερίας και η διεκδίκησή της διακυβεύεται σε όλους τους τομείς της ζωής μας και μαζί με αυτήν και η επίπλαστη άνεσή μας. Όταν η ελεύθερη πρόσβαση σε ένα πάρκο δεν είναι πια αυτονόητο δικαίωμά μας, τότε είναι που και η πρόσβαση στην ελευθερία ενός παιδιού -που στη χώρα του πεθαίνουν από την πείνα ή από τους βομβαρδισμούς- μετονομάζεται σε παράνομη μετανάστευση.  Και τότε είναι πια αργά, γιατί ο παραλογισμός γίνεται καθεστώς.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Αιδηψός Χωρίς Περίσκεψη, Χωρίς Λύπη »