1/. Κλιματική κρίση & Πράσινη μετάβαση: Η κλιματική κρίση είναι ήδη παρούσα, αποτελώντας το παράγωγο του νεοφιλελεύθερου μοντέλου κερδοσκοπικής υπέρ-εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Η στροφή (και) της οικονομίας μας προς ένα “πράσινο” μοντέλο ανάπτυξης δεν αποτελεί πλέον μια πολιτική επιλογή αλλά συνιστά μονόδρομο. Είναι δεδομένο ότι η επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας και η μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικού άνθρακα έως το 2050 θα υποχρεώσει σε δομικό μετασχηματισμό σχεδόν κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως και θα οδηγήσει στον επαναπροσδιορισμό του κόσμου όπως τον γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Όμως, κρίσιμο είναι το ζήτημα ποια (;) θα είναι η θέση των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών, των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων, στο νέο αυτό κόσμο και στον ενεργειακό μετασχηματισμό που ήδη επιχειρείται.
Το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για την Δίκαιη Πράσινη Μετάβαση με όρους ενεργειακής δημοκρατίας και κοινωνικής οικονομίας προτάσσει ένα αποκεντρωμένο μοντέλο παραγωγής, διαχείρισης και κατανάλωσης ενέργειας από τις ΑΠΕ. Με την ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της τοπικής μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Μέσα και από το νομικό πλαίσιο των “ενεργειακών κοινοτήτων” που λειτουργούν ως αστικοί συνεταιρισμοί, διαθέτοντας ισχυρά οικονομικά κίνητρα χρηματοδότησης από το νόμο (Ν. 4513/2018). Ένα νόμο που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ την περίοδο της διακυβέρνησής του, με τον οποίο η Ελλάδα έγινε το πρώτο κράτος μέλος της ΕΕ που απέκτησε ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο για τις ενεργειακές κοινότητες και για την εμπλοκή τους στις αγορές ενέργειας. Ένα αναπτυξιακό εργαλείο κρίσιμο για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες που μπορεί να προωθήσει τον πλουραλισμό στην παραγωγή καθαρής ενέργειας.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση της ΝΔ σχεδιάζει την πράσινη μετάβαση αποκλειστικά μέσω των αγορών και των ολιγοπωλίων. Με μηχανισμούς που τείνουν να αναπαράγουν ή να επεκτείνουν τις υφιστάμενες κοινωνικοπολιτικές ανισότητες και είναι βέβαιο ότι θα επιδεινώσουν τις συνθήκες εκείνες που προκαλούν το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας. Προς τούτο, είναι χαρακτηριστικό ακριβώς ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έμεινε κρυφό και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην Βουλή και από τους παραγωγικούς φορείς. Γεγονός που κατήγγειλαν εβδομήντα (70) οργανώσεις Πολιτών (Greenpeace, WWF Ελλάς κλπ). Κι έμεινε κρυφό διότι, εκτός των άλλων, από τον κυβερνητικό σχεδιασμό απουσιάζουν οι όροι του συμμετοχικού σχεδιασμού για τις πλειοψηφίες, όπως λείπει εξάλλου και ο θεσμός των Ενεργειακών Κοινοτήτων.
2/. Η καταπολέμηση των ανισοτήτων και της ανασφάλειας: Το ζήτημα της εκρηκτικής μεγέθυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων στην χώρα μας, στην Ευρώπη αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο (ανισότητες εισοδήματος / ευκαιριών) συνιστά μια πολυδιάστατη πρόκληση της εποχής μας. Η μεγέθυνση των ανισοτήτων αποτελεί γνήσιο παρακολούθημα της ανεξέλεγκτης εμβάθυνσης του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού στις τοπικές αγορές και κοινωνίες, κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και στην Ευρώπη υπήρξαν έντονες, ανατρέποντας χρόνια σύγκλισης των συνθηκών διαβίωσης στην μεταπολεμική περίοδο και ασκώντας σημαντική πίεση στα συστήματα κοινωνικής προστασίας. Οι ανισότητες αυξήθηκαν στα περισσότερα κράτη μέλη, που εφάρμοσαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως η χώρα μας, προκαλώντας προβληματισμό για τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης και για την κοινωνική συνοχή. Η πανδημία του covid-19 προδιαγράφει την περαιτέρω αύξηση των ανισοτήτων εφόσον δεν ανακοπεί από κατάλληλες πολιτικές.
Η προγραμματική απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ απέναντι στις ανισότητες εστιάζει σε τρία διακριτά επίπεδα, που εδώ μόνο συνοπτικά μπορούν να εκτεθούν: Α) Στην ενίσχυση του κοινωνικού κράτους ιδίως στους τομείς της υγείας, της παιδείας, του πολιτισμού, της ασφάλισης, της πρόνοιας, της κάλυψης των αναγκών και της αξιοπρεπούς διαβίωσης όσων κάθε φορά πλήττονται. Ανάγκες που γίνονται πλέον αμεσότερες εξαιτίας της πολυεπίπεδης κρίσης του Covid-19. Β) Στην αντιμετώπιση της ανεργίας, με βάση την αρχή ότι “Όλοι-ες πρέπει να μπορούν να ζήσουν από τη δουλειά τους και να σχεδιάζουν ένα καλύτερο μέλλον, όλοι-ες πρέπει να έχουν δικαίωμα στην εργασία με αξιοπρεπείς όρους”. Με θεσμικές παρεμβάσεις ενίσχυσης των συλλογικών συμβάσεων και αποτελεσματικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Γ) Στο φορολογικό σύστημα που είναι θεμελιακό για τη χρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους με την δίκαιη αναδιανομή του εισοδήματος μετά την ολοκλήρωση της παραγωγικής δραστηριότητας.
Αντίθετα, όλοι γνωρίζουμε πλέον ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, στην διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, ψήφισε κομβικούς νόμους που θα διευρύνουν τις ανισότητες στην ελληνική πραγματικότητα. Τέτοιοι είναι: α) ΄΄ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας΄΄ που εξισώνει ιδιώτες και νοικοκυριά με τις εμπορικές επιχειρήσεις, προβλέποντας, για πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά, την δυνατότητα της πτώχευσης νοικοκυριών και μη εμπόρων ιδιωτών από τους πιστωτές (τράπεζες, funds, δημόσιο κλπ) και την κατάργηση της προστασίας της 1ης κατοικίας. Ενώ προδιαγράφει ιδίως για τις πιο ευάλωτες μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις, ένα πλαίσιο κανόνων χρηματοπιστωτικής ασφυξίας κι ελέγχου που μαθηματικά θα τις οδηγήσει στο λουκέτο και στο μονόδρομο της πτώχευσης σε συνάρτηση πάντα με τον δεδηλωμένο κυβερνητικό σχεδιασμό του πονήματος “Πισσαρίδη” για τον δραστικό περιορισμό τους. β) ΄΄Ο νέος αντεργατικός νόμος Χατζηδάκη΄΄ που καταργεί την 8ωρη εργασία και επεκτείνει την κυριακάτικη εργασία για χιλιάδες εργαζόμενους. Που ανοίγει το παράθυρο για την πλήρη επικράτηση των ατομικών συμβάσεων και της ελαστικής εργασίας έναντι των επιχειρησιακών και συλλογικών συμβάσεων. Που αντικαθιστά τις πρόσθετες υπερωριακές αμοιβές με ρεπό. Που αποδομεί το ΣΕΠΕ καθιστώντας το ανεξάρτητη αρχή εκτός του πλαισίου της στενής κρατικής εποπτείας. Που συρρικνώνει, τέλος, δραστικά τους όρους συλλογικής δράσης των συνδικαλιστικών φορέων.
Είναι απολύτως ενδεικτικό ότι, ενώ η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε το 2019 την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11%, γεγονός που επέφερε μεσοσταθμικά την αύξηση συνολικά των μισθών κατά 4,6% στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και την ενίσχυση της ζήτησης και κατανάλωσης στην αγορά, η κυβέρνηση της ΝΔ, δύο χρόνια μετά την εκλογή της κι ενώ προεκλογικά υποσχόταν - ιδίως στους νέους - “πολλές και καλές δουλειές” ψήφισε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% μόλις!
3/. Δημοκρατία και Δικαιώματα: Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι οι δυτικές κοινωνίες διάγουν την περίοδο της μετάβασης από τον “καπιταλισμό της αφθονίας” που εξυπηρέτησε ιδίως το μοντέλο της τραπεζοχρηματοπιστωτικής ασυδοσίας, προς τον “αυταρχικό καπιταλισμό”. Στο ιστορικά κυρίαρχο σύστημα πολιτικό-οικονομικής οργάνωσης, ενδημεί πλέον καθοριστικά η έλλειψη κάθε υποσχετικής προοπτικής για τις πλειοψηφίες, που συνοψίζεται ως εξής: “Δεν μπορεί πλέον να υποσχεθεί και να πείσει προοπτικά τους εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες, εμπόρους κάθε κλάδου κλπ, τους μικροΜεσαίους, τα ενδιάμεσα και λαϊκά στρώματα εν γένει, ότι ο καθημερινός τους μόχθος στο ανταγωνιστικό πεδίο, που διαμορφώνεται διαρκώς με όρους ανισότητας, είναι ικανός να βελτιώσει το μέλλον των ίδιων και ιδίως το μέλλον των παιδιών τους”. Έτσι, «μοιραία», οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, στρέφουν την προσοχή του κοινού στα “ταυτοτικά ζητήματα” κι επιχειρούν να εμπεδώσουν στις κοινωνίες “την υπο-κουλτούρα του διχασμού και τους μίσους”. Το τετριμμένο “για τα προβλήματά σου φταίνε οι άλλοι, οι ξένοι, οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι, οι φτωχότεροι, οι μειονότητες κλπ”. Υιοθετώντας συγχρόνως πιο αυταρχικά μοντέλα και συστήματα διακυβέρνησης σε βάρος της δημοκρατίας, των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και η τρέχουσα υγειονομική πανδημία, μετά την χρηματοπιστωτική κρίση, εργαλειοποιείται εκ νέου για την λήψη κι εφαρμογή αντικοινωνικών “μέτρων σοκ” στις κοινωνίες και τις τοπικές οικονομίες. Μέτρα που περιορίζουν τις δυνατότητες συλλογικής οργάνωσης και παρέμβασης των πολιτών, προς ένα υπό κατασκευή νέο προσαρμοσμένο - περιοριστικό πολιτικοκοινωνικό πεδίο και πρότυπο πολιτικής εξουσίας
Στο πλαίσιο αυτό, με γνώμονα την διαμόρφωση των όρων μιας πολιτικής κοινωνίας ενεργών πολιτών που θα συναποφασίζουν για το κοινό τους μέλλον, ήταν κρίσιμη η θεσμική ενδυνάμωση των όρων της συμμετοχικής δημοκρατίας, μέσω ιδίως της αποκέντρωσης και της ενίσχυσης της τοπικής και περιφερειακής διοίκησης, όπως θεσμοθετήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του. Κι αναφέρομαι στο Νόμο του Κλεισθένη για τους ΟΤΑ, που έφερε το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής αλλά και την ενίσχυση της αυτονομίας και του ρόλου των τοπικών κοινοτήτων σε επίπεδο αποφασιστικών αρμοδιοτήτων και διαχείρισης πόρων. Μια προοδευτική νομοθετική παρέμβαση που έσπευσε η κυβέρνηση της ΝΔ να απορρυθμίσει αμέσως μετά την εκλογή της κι εν τέλει να καταργήσει με το νέο νόμο που έφερε για την Τ.Α.
Από εκεί και πέρα είναι γνωστή η απαξίωση και οι επιθέσεις της κυβέρνησης της ΝΔ στα συλλογικά και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών (πρόσφατοι νόμοι κατά του δικαιώματος στην απεργία και στην διαδήλωση), απέναντι στα δικαιώματα των φοιτητών (κατάργηση πανεπιστημιακού ασύλου & ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας). Ακόμα και στο ίδιο το δικαίωμα των νέων για πρόσβαση στην δωρεάν δημόσια παιδεία, με τη νομοθετική ρύθμιση που έφερε το Υπουργείο Παιδείας για τις ελάχιστες βάσεις εισαγωγής στα δημόσια ΑΕΙ. Μια οπισθοδρομική μεταρρύθμιση που αποκλείει χιλιάδες νέους, ενώ στρέφει, όσους τουλάχιστον μπορούν να ανταπεξέλθουν, στα ξένα αλλά και στα εγχώρια ιδιωτικά κολλέγια, τα οποία φρόντισε προηγουμένως η κυβέρνηση της ΝΔ να εξισώσει με το δημόσιο πανεπιστήμιο!
Η επόμενη εκλογική αναμέτρηση, όποτε κι αν συμβεί, θα σηματοδοτήσει σε πολιτικό επίπεδο την μετωπική σύγκρουση των κοινωνικών πλειοψηφιών απέναντι σε ένα υπερσυγκεντρωτικό κι αυτοαναφορικό επιτελικό κράτος που απειλεί να τις ρευστοποιήσει για μια ακόμη φορά. Στη μάχη αυτή το νέο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ φιλοδοξεί να αποτελέσει το θεωρητικό υπόβαθρο της αναμέτρησης και το κίνητρο της ανατροπής όλων εκείνων που εμποδίζουν ένα πιο δίκαιο μέλλον για όλους μας.
Γεώργιος Κ. Μακρής
Δικηγόρος
Συντονιστής ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ Μεσσηνίας