Ας ξεκινήσουμε από το τι είδαμε την μία εβδομάδα που μεσολάβησε από την προκήρυξη μέχρι τη μέρα του δημοψηφίσματος. Είδαμε τους ευρωπαίους, θεσμικούς και μη, και τον εγχώριο μηχανισμό εξουσίας (μίντια, πολιτικό σύστημα) να ζητούν την ακύρωση του δημοψηφίσματος, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε νόμιμος τρόπος για να γίνει αυτή. Είδαμε τη δημιουργία συνθηκών με άρωμα αντικανονικότητας (κλειστές τράπεζες) σε όλη την «προεκλογική περίοδο». Είδαμε σχεδόν στα όρια της υστερίας υποστήριξη του «ναι» από τα μίντια, με στημένα ρεπορτάζ και άλλα.
Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν θεωρούμε το δημοψήφισμα σε καμία περίπτωση μορφή άμεσης δημοκρατίας ή λαϊκής εξουσίας. Είμαστε υπέρ της συνδιαμόρφωσης και συλλογικής απόφασης (και ανάληψης της ευθύνης που απορρέει) των ζητημάτων που μια οργανωμένη κοινωνία καλείται να αντιμετωπίσει. Παράλληλα δεν πιστεύουμε πως αυτή είναι μια δουλειά για ειδικούς ή επίλεκτους. Όλοι θα πρέπει να έχουμε φωνή σε ζητήματα που μας αφορούν.
Συνεχίζοντας, παρά το κλίμα που δημιουργήθηκε, το 61,3% των ανθρώπων –κυρίως αυτοί που ανήκουν στους καταπιεσμένους- ψήφισαν «όχι» κάνοντας ένα πρώτο βήμα προς τη χειραφέτηση της σκέψης ενάντια στην τρομοκρατία που ασκήθηκε. Βασικός λόγος για την επικράτησή του ήταν η ψήφος με ταξικά κριτήρια. Όχι ταξική συνείδηση, αλλά με γνώμονα πως η μέχρι τώρα πολιτική δεν εξυπηρετεί το –οικονομικό τουλάχιστον- συμφέρον του περισσότερου κόσμου. Αν αναλογιστούμε ότι αυτό το πλήθος κόσμου πήρε το ρίσκο να ψηφίσει αρνητικά, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του ότι το Grexit είναι μια πιθανή συνέπεια, μας κάνει να πιστεύουμε πως η οικονομική κατάσταση στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας είναι οριακή. Αφού λοιπόν το δημοψήφισμα άνοιξε μια ρωγμή στην πραγματικότητα όπως μας παρουσιάζεται, είδαμε και το μήνυμα του προαναφερθέντος συρφετού (δημοσιογράφοι-πολιτικοί) να αλλάζει, κηρύττοντας τώρα ψυχραιμία και ομοψυχία. Προσπαθώντας να κρύψουν ότι το μόνο πράγμα που χωρίζει τους λαούς είναι η οικονομική ανισότητα, με τους ιδίους να βρίσκονται στην πλευρά του ζυγού με τους λίγους. Δεν έχει να κάνει ούτε με «κακούς Γερμανούς», ούτε με μετανάστες, ούτε με τεμπέληδες του δημοσίου, αλλά με πλούσιους και φτωχούς και η κρίση αυτή μόνο τους πρώτους θα ωφελήσει.
Το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει οποιαδήποτε έννοια αυτάρκειας ακόμη και αν αυτή εμπίπτει στην καπιταλιστική λογική. Μπορεί μόνο να επιδιώξει τη διατήρηση άρρηκτων ωφελιμιστικών δεσμών με κάθε τρόπο. Κι αυτό κάνει. Κι από τη μεριά της κυβέρνησης η διαχείριση των διατάξεων του μνημονίου με όχι τραγικούς όρους για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν μπορεί να υφίσταται εφόσον συντονίζεται και υπηρετεί το ίδιο το σύστημα που τρέφει το ταξικό βάθεμα. Την επικράτηση του «όχι» η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση την πέταξε στα σκουπίδια, και ζητάει να κάνουμε όχι ένα αλλά πέντε βήματα πίσω, φέρνοντας ένα τρίτο μνημόνιο σκληρό και ταξικά προσανατολισμένο όπως και τα προηγούμενα.
Εμείς λέμε ότι έγινε ένα μικρό βήμα. Έστω κι αν αυτό το βήμα ήταν απλά στο μυαλό των ανθρώπων. Είναι πολύ αισιόδοξο ότι όταν του δίνεται η δυνατότητα, ο κόσμος επιθυμεί να ασχολείται με τα κοινά και να αποφασίζει για τον εαυτό του. Το στοίχημα είναι εάν θα αποφασίσει να το κάνει και χωρίς να του παραχωρηθεί. Άλλωστε φάνηκε πως αυτό τρομάζει την εξουσία. Ας μην τρομάζει εμάς λοιπόν η αλλαγή. Δεν υπάρχουν σωστές και λάθος αποφάσεις. Το μόνο λάθος είναι η απάθεια. Να μην το αφήσουμε λοιπόν να πάει χαμένο όλο αυτό. Βγες στο μπαλκόνι του σπιτιού σου ή στη ρούγα και βρες το διπλανό που σκέφτεται κι αυτός τα ίδια. Βρείτε τον τρίτο και τσουπ! έχεις μια συνέλευση γειτονιάς. Το κομμένο ρεύμα, η κατάσχεση του σπιτιού, η εργοδοτική αυθαιρεσία πρέπει να μας βρουν ισότιμα, ενωμένους και οργανωμένους.
«…Σώθηκαν οι τράπεζες, γλυτώσαμε την Grexit. Πού είναι οι άνθρωποι; Έλλειμα, ισοδύναμα μέτρα, και οι άνθρωποι; Οι άνθρωποι είμαστε τρομαγμένοι στα σπίτια μας, κοιτώντας ένα σύστημα που μας ποδοπατάει καθημερινά, τρομαγμένοι από τα στεγαστικά δάνεια, τις δόσεις της εφορίας που δεν τελειώνουν ποτέ, τους λογαριασμούς που ήρθαν πάλι και αυτόν τον μήνα.
…
Μα τι κάνουμε;
Πότε θα ωριμάσουν αυτές οι γαμημένες συνθήκες;» (Ασυνάρτητες σκέψεις για τον παράλογο τούτο κόσμο…)»