Ο «συνασπισμός» της Τζόρτζια Μελόνι πήρε 44,1%. Τα «Αδέρφια της Ιταλίας», το κόμμα της Μελόνι, έφτασαν το 26,36%, η «Λίγκα του Βορρά» του Ματτέο Σαλβίνι το 9,01%, το «Φόρτσα Ιτάλια» του Σίλβιο Μπερλουσκόνι το 8,25%.
Ο κεντροαριστερός συνασπισμός συγκέντρωσε το πολύ φτωχό ποσοστό, 26,33%.
Η Μελόνι έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις της ότι ο Μουσολίνι ήταν μία «πολύπλευρη προσωπικότητα». Και όταν καλέστηκε να καταδικάσει τη δικτατορία και το δικτάτορα, είχε περιοριστεί να δηλώσει ότι, «πρόκειται για μια ιστορική περίοδο, η οποία ανήκει οριστικά στο παρελθόν».
Το κόμμα της, τα «Αδέλφια της Ιταλίας», συνεχίζουν να διατηρούν στο σύμβολό τους τη φλόγα που συμβολίζει τη διαρκώς αναμμένη φωτιά στον τάφο του φασίστα δικτάτορα Μουσολίνι.
Η νέα ηγέτιδα του Ιταλικού κράτους διατηρεί στενές σχέσεις με τον εθνικιστή πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπαν και το ισπανικό κόμμα Vox, το οποίο δεν έχει καταδικάσει τη δικτατορία του στρατηγού Φράνκο. Μαζί με τον Όρμπαν, πρότυπό της είναι ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλτ Τράμπ.
Η Μελόνι αναδείχθηκε χρησιμοποιώντας τον κλασικό λόγο της ακροδεξιάς, αν και τα τελευταία δύο χρόνια τον έχει στρογγυλέψει. Και ακόμα περισσότερο στην προεκλογική περίοδο. Έχει εκφραστεί κατά των μεταναστών και των προσφύγων. Αντιτίθεται στη μαζική μετανάστευση και στην «ισλαμοποίηση» της Ιταλίας και της Ευρώπης. Είναι κατά των αμβλώσεων, της ευθανασίας και των γάμων μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.
ΠΟΥ ΒΑΣΙΣΤΗΚΕ Η ΝΙΚΗ ΤΗΣ
Η Μελόνι δεν εμφανίστηκε από το πουθενά. Τα τελευταία χρόνια του εικοστού αιώνα η χριστιανοδημοκρατία διαλύθηκε κάτω από το βάρος σκανδάλων και ο ιταλικός «κομμουνισμός» έσβησε μέσα από την αδυναμία του να προσφέρει λύσεις, ακόμα και να κερδίσει μικρές μάχες υπέρ του λαού.
Το δημόσιο χρέος είναι τεράστιο βάρος – της τάξης των δυόμισι δισ ευρώ και αποτελεί ορολογιακή βόμβα στα θεμέλια όχι μόνο της Ιταλίας αλλά και της ΕΕ.
Η πανδημία, ο πόλεμος και ένας πληθωρισμός που δεν έχει καταγραφεί παρόμοιός του για δεκαετίες, συμπληρώνουν το πολύ άσχημο σκηνικό.
Στις εκλογές οδηγήθηκαν λόγω της κατάρρευσης της κυβέρνησης του Mario Draghi, που είχε διατελέσει Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η εκλογή της δείχνει τις δραματικές συνέπειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην Ιταλία.
Η ΕΟΚ από ένωση ελεύθερου εμπορίου με δηλωμένο σεβασμό στη Δημοκρατία, μεταμορφώθηκε σε επιχειρηματική ένωση, στη σημερινή ΕΕ, με κύριο προσανατολισμό την ανελέητη προσπάθεια υποδούλωσης της εργατικής τάξης και εκμετάλλευσης της εργασίας. Η εξουσία, όση υπήρχε, μεταφέρθηκε από εκλεγμένες αρχές σε μη εκλεγμένα σώματα. Η λιτότητα έγινε κυρίαρχη πολιτική, μαζί με τις ιδιωτικοποιήσεις και την εμπορευματοποίηση της υγείας και της παιδείας. Η πλήρης απασχόληση, η μηδενική δηλαδή ανεργία, θυσιάστηκε στο όνομα των ευέλικτων, ελαστικών αγορών εργασίας, έγινε βορά στην διάθεση των δυνάμεων της αγοράς.
Η ΚΙΝΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΔΕΞΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ
Αυτές οι πολιτικές οδήγησαν μια ολόκληρη ήπειρο δραματικά προς τα δεξιά. Μια κίνηση προς τα δεξιά που δεν εκφράζεται μόνο με την άνοδο φασιστών / ακροδεξιών, αλλά και με τη μετακίνηση των παραδοσιακών κομμάτων της δεξιάς σε ολοένα και πιο ακροδεξιές θέσεις. Αυτή η κίνηση προς τα δεξιά εκφράζεται και με την εγκατάλειψη από τα παραδοσιακά κόμματα της αριστεράς κάθε πολιτικής υπέρ των εργαζομένων και του κοινωνικού κράτους.
Στις εκλογές του 2018 η Μελόνι πήρε 4%. Τώρα είδε το ποσοστό της να απογειώνεται στο 26,36. Όμως η καινούργια κυβέρνηση έχει μια ωρολογιακή βόμβα στα χέρια της. Ωρολογιακή βόμβα φυσικά είχε και ο Χίτλερ και μάλιστα πολύ πιο μεγάλη. Μπόρεσε όμως να ανορθώσει την οικονομία μέσα από τους εξοπλισμούς, τις τεράστιες επενδύσεις στη βιομηχανία όπλων. Ο πόλεμος ήταν η αναπόφευκτη κατάληξη.
Η Μελόνι δεν έχει τέτοιες δυνατότητες και, συνεπώς, ούτε διέξοδο.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα που φαίνεται να αντιλαμβάνεται και η ίδια, ξεκίνησε ήδη τις εκπτώσεις στο πρόγραμμά της. Όσο όμως και αν προσπαθεί να αποποιηθεί τον φασιστικό χαρακτήρα του κόμματός της, αυτό που θα μετρήσει είναι η δυνατότητά της να λύσει προβλήματα. Η Μελόνι είναι μάλλον καταδικασμένη σε μια βραχύβια διακυβέρνηση. Αυτό όμως δεν θα αλλάξει τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες τάσεις.