Στη συνέχεια έδωσαν 40 λίρες στον αγά της περιοχής και φόρτωσαν τα αγάλματα σε πλοίο για να καταλήξουν τελικά στη Μάλτα και από εκεί, μέσω δημοπρασίας, να περάσουν στην κατοχή του βασιλιά Λουδοβίκου του Γ’ πατέρα του Όθωνα.
Τα ξέρει αυτά ο γράφων και κάποτε τα είχε συζητήσει και με την Αντζέλικα, πριν πολλά χρόνια από τη σημερινή τους συνάντηση.
Με θέα ως το απέναντι ελκυστικό Αγκίστρι από το κρυφό λιμάνι της Αίγινας και από το Hotel Αύρα, ο γράφων αφήνει το βλέμμα του να ταξιδέψει στον καθαρό και ανοιχτό λόγω καιρού ορίζοντα. Τα πλοία πηγαινοέρχονται και ένα σαν το ένα να χαιρετάει το άλλο.
Στα πλοία χαιρόταν να βρίσκεται και ο άτυχος Αντώνης Κ και να πηγαινοέρχεται Ηράκλειο-Πειραιά. Και θα συνέχιζε να ταξιδεύει αν κάποιοι “συνάνθρωποί” του με την αποκτηνωμένη συμπεριφορά τους δεν έκοβαν βίαια το νήμα της ζωής του, ρίχνοντάς τον στην θάλασσα και αφήνοντάς τον να πνιγεί.
Αλλά η μέρα είναι ηλιόλουστη και δροσερή και ο γράφων αφήνει το βλέμμα του να ταξιδέψει. Αδιανόητο αυτό το περιστατικό σκέφτεται καθώς το βλέμμα του ταξιδεύει.
Και εν μέσω αυτού του ταξιδιού είναι που φέρνει την ηδυπαθή φωνή της Αντζέλικας στα αυτιά του σαν μουσική, ενώ η σκέψη του ταξιδεύει σε αυτή και τη χθεσινοβραδινή τους συνάντηση στο ουζερί του “Σκοτάδη”, όπου τυχαία την είδε και κάθισε στην παρέα της, που ήταν ο Κουρτ και η Βάιλ, που όμως γρήγορα έφυγαν και έμειναν οι δυο τους για να πουν πολλά, όσα τόσα χρόνια δεν είχαν πει, που δεν είχαν συναντηθεί.
Απορροφημένος στις σκέψεις του ήταν όταν τις διέκοψε ο ήχος του κινητού. Το σήκωσε και ήταν η Αντζέλικα που τον καλούσε και του ζητούσε να βρεθούν ξανά.
-ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ-