Δεν σκοπεύω, φυσικά, με μια επιστολή ούτε να αναλύσω, ούτε να «ταρακουνήσω» το παράδοξα αδρανοποιημένο συλλογικό μνημονικό μας. Κι ας είναι το τίμημα σκληρό. Θα πάθουμε ό,τι αφήσαμε να πάθει ο διπλανός, ακόμη κι αν πρόκειται για ζήτημα… θανάτου.
Άλλωστε, το ζήτημα της συλλογικής μνήμης, και της «ελαφρότητας» του θανάτου σε αυτή, έχει αναπτυχθεί πολλάκις ακόμη και στα πιο λαϊκά και ψυχαγωγικά έργα. Στην «αθάνατη» ταινία «Μια ζωή την έχουμε» του 1958 ο αείμνηστος Περικλής Χριστοφορίδης λέει στον μοναδικό Δημήτρη Χορν «Τη θεωρία του Μανταρίνου»: «Εάν σου πουν τώρα εδώ στην Αθήνα ‘θα πατήσεις ένα Κουμπί · την ίδια στιγμή στα βάθη της Κίνας θα πεθάνουν τρεις χιλιάδες μανδαρίνοι, αλλά εσύ θα γίνεις πάμπλουτος’, το πατάς το κουμπί;».
Ο πρωταγωνιστής του 1958 διστάζει να απαντήσει θετικά. Όμως εξήντα χρόνια μετά, όπου το ότι «οι αφηγήσεις των ΜΜΕ διαμορφώνουν το μυαλό μας», αποτελεί διαδεδομένο και παραδεκτό ζήτημα («stories shape our minds» αν θέλετε να κάνετε αναζήτηση), αξίζει να παρατηρήσουμε πώς τα ΜΜΕ δίνουν σχήμα στο μυαλό μας και στην ιδέα μας για τον θάνατο.
«Η μνήμη μας διαρκεί όσο το δελτίο ειδήσεων των οκτώ», έλεγε ένας πρωταγωνιστής δημοφιλούς κωμικής «αυτοαναφορικής» τηλεοπτικής σειράς, υπάλληλος καναλιού τη δεκαετία του ’90, όταν η χώρα μας ζούσε τα πρώτα της χρόνια «ελεύθερης τηλεόρασης». Και σε άλλο επεισόδιο της ίδιας σειράς, ο διευθυντής του καναλιού και αφεντικό του πρωταγωνιστή μας τον συμβουλεύει: «Θα μάθεις, όταν κάποτε έρθεις στη θέση μου, πως τα ΜΜΕ δεν προσαρμόζονται στην πραγματικότητα, αλλά η πραγματικότητα προσαρμόζεται στις ανάγκες…» των ΜΜΕ, θα συμπληρώσω εύλογα.
* * *
Αξίζει να δούμε, για παράδειγμα πώς τα ΜΜΕ μπορούν με την ίδια ευκολία που κάνουν τον πλανήτη να θρηνεί για έναν θάνατο, π.χ. ενός διάσημου θανόντος αθλητή, καταφέρνουν να απαλείψουν απ’ την μνήμη μας ακόμη και εκατομμύρια θανάτους.
Αξίζει να δούμε ότι ένας θάνατος ή ένδεκα χιλιάδες θάνατοι δεν μετρούν από μόνοι τους. Είναι οι στατιστικές, οι συγκρίσεις των αριθμών, κάποια αναγκαιότητα να φανούν ως «αναγκαίο κακό», η συσχέτισή τους με «υποκείμενα νοσήματα» και άλλες επικοινωνιακές επινοήσεις, που τους δίνουν συγκεκριμένη υπόσταση, ρυθμίζοντας τη μνήμη ή την αμνησία μας, το ενδιαφέρον ή την αδιαφορία μας για τον θάνατο.
Κατά βάθος, κάθε μας αίσθημα κατευθύνεται και διοργανώνεται από τα ΜΜΕ, ακόμη κι αν πρόκειται για το θάνατο ενός… ζώου (το οποίο, αξίζει να θυμηθούμε πως στη γλώσσα μας δεν «πεθαίνει», αλλά «ψοφάει»). Θα δούμε, λοιπόν, εκατομμύρια τηλεθεατών να συνταράσσονται από τον θανάσιμο βασανισμό ενός ζώου, που έγινε «βάιραλ», την ώρα που γιορτάζουν σουβλίζοντας εκατομμύρια νοστιμότατα σφάγια.
Ο θάνατος, λοιπόν, δεν είναι ποτέ από μόνος του… «θάνατος». Είναι ο «σκοπός» που τον «αγιάζει», μεταφορικά αλλά – για τους ανθρώπους – και κυριολεκτικά. Κυριολεκτικά όταν καλούμαστε να πεθάνουμε ως «ήρωες», για ένα «σκοπό», μια «τιμή». Οποτεδήποτε είμαστε πεπεισμένοι πως «ο θάνατος του [άλλου είναι] η ζωή μας».
* * *
Στην παιδαγωγική, αγαπητέ αρχισυντάκτη, υπάρχει ένα τεράστιο κεφάλαιο αποδόμησης της απαξιωτικής αντίληψης για τον θάνατο. Μιας αντίληψης που καθιστά δυνατό δισεκατομμύρια άνθρωποι να κινδυνεύουν να πεθάνουν από την ασιτία, ιάσιμους λοιμούς και ακατανόητους πολέμους, την ίδια ώρα που άλλα δισεκατομμύρια ανθρώπων κοιμούνται κάθε βράδυ ήσυχα.
Ανέκαθεν οι μαθητές στο σχολείο μάθαιναν για την αξία της Ειρήνης, της Αγάπης και της Ισότητας, για το πάθος μιας μερίδας της ανθρωπότητας να εξαλείψει την πείνα, την φτώχεια, την αρρώστια και τον πόλεμο. Μαθαίνουν ότι κάθε θάνατος ενός αγνώστου ανθρώπου βουτηγμένου στην φτώχεια και την αδικία είναι πάντα ένας… θάνατος.
Σήμερα, ακόμη και τα λαϊκά θεάματα, οι ταινίες και τα σήριαλ, πλέον δείχνουν πως η επανάσταση των επικοινωνιών, δεν ήρθε να ανατρέψει «τη θεωρία του Μανδαρίνου», όπως η επανάσταση της παραγωγής τροφίμων και αγαθών δεν εξάλειψαν την πείνα και την φτώχεια, αλλά κατά κάποιους, τις επιδείνωσαν.
* * *
Νά, λοιπόν, που αυτή η «εκπαίδευση στο θάνατο» από τη μαζική επικοινωνία ήρθε και τώρα να παίξει το ρόλο της. Να μας χαρίσει τις ανέμελες πασχαλινές, ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές στιγμές, χωρίς καμία σκοτούρα, όχι για τους χιλιάδες αμνημόνευτους νεκρούς αλλά για το αν έπαψαν να συντρέχουν οι λόγοι που γεννούν τις σύγχρονες πανδημίες στον πλανήτη, που είναι μια υπόθεση των... ζωντανών.
Νά, λοιπόν, πόσο εύκολα έντεκα χιλιάδες μνήματα εξαφανίζονται όχι μόνο από την οθόνη μας αλλά και από τη μνήμη μας. Κι ας διαφέρει η «μνήμη» από το «μνήμα» ένα μόνο φωνήεν.
Να, πόσο εύκολα έντεκα και πλέον χιλιάδες θάνατοι γίνονται έντεκα και πλέον χιλιάδες σκληροί θάνατοι. Εχθές για όσους δεν πρόλαβαν να γιορτάσουν μαζί μας το Πάσχα, αύριο ποιος ξέρεις για ποιους…
Επιτρέψτε μου ταπεινά να αφήσω μιας γραμμή σιγή για τους νεκρούς μας
. . . . . . . . . . .
Με εκτίμηση
Η παραπαιδαγωγός