Για να γίνω και λίγο επίκαιρη, ας αναλογιστούμε ποια μπορεί να είναι η σχέση μιας «εικαστικά ουδέτερης πόλης» με τη θέλησή της να γίνει μια «κλιματικά ουδέτερη πόλη».
Όσες υποδομές και σχέδια κι αν ορίσουν οι σοφοί του τόπου, το νόημα και η ουσία μιας «κλιματικά ουδέτερης πόλης», προφανώς θα αποτυπώνεται στην καθημερινότητα των πολιτών της.
Είναι υπόθεση όλων, στις μικρές και μεγάλες συνήθειες σε μια «κλιματικά ουδέτερη πόλη» να σεβόμαστε το περιβάλλον μας, με τρόπο ουσιαστικό, ενεργό.
Αν υποθέσουμε πως αδιαφορούμε για την εικαστική όψη της πόλης μας, που έχει άμεση απήχηση στην ποιότητα της ζωής μας «εδώ και τώρα», πως θα δείξουμε ενδιαφέρον για το περιβάλλον, το οποίο στο μυαλό μας βλάπτεται στο «απώτερο μέλλον»;
Και λέω, βέβαια, «στο μυαλό μας», γιατί το κατεστραμμένο περιβάλλον και το αλλαγμένο κλίμα είναι ήδη εδώ, κάθε φορά που πλημμυρίζουμε, καταρρέουν τα βουνά και χάνονται ζωές.
Δεν είναι η αισθητική, εικαστική όψη της πόλης μια πρώτη «άσκηση» για να γίνουμε «ενεργοί πολίτες», όπως θα πει ένας παιδαγωγός, αλλά και για να έχουμε «σοφούς διαχειριστές» για ένα βιώσιμο περιβάλλον;
Τί μας λένε τα αποτελέσματα, από αυτή την – άμεσων αποτελεσμάτων – «άσκηση»;
Μήπως, ως πόλη έχουμε χαθεί στην εικαστική εσωστρέφεια και την αισθητική απαξίωση;
* * *
Να είμαστε ανεκτικοί στις εικαστικές επιλογές των συμπολιτών μας απ’ τη μια και να αποδεχόμαστε τον αισθητικό σχεδιασμό της πόλης από την άλλη είναι, αν μη τι άλλο, θετικά δείγματα πολιτισμού και ελευθερίας έκφρασης.
Κατά καιρούς συναφή ζητήματα έχουν απασχολήσει την πόλη μας, πάντα, πιστεύω, στο πλαίσιο του διαλόγου που τιμά όλες τις πλευρές για την ανθρωπιά τους:
Από τα νεανικά γκράφιτι στο Μουσείο των Τρένων ως τις απλοϊκές ζωγραφιές στην πετρόχτιστη επιφάνεια της προβλήτας και από τα κιγκλιδώματα του ιστορικού μας, πλέον, πάρκου ως τα αγάλματα και τα μνημεία.
Υπάρχουν, όμως, «όρια» στα θέματα αυτά;
Και αν «ναι», ποιός είναι υπεύθυνος να τα θέσει;
Ποιός μπορεί να πει αν η Τέχνη στους δημόσιους χώρους είναι εποικοδομητική, εξωστρεφής, διαχρονική, ποιοτική, δημοκρατική, με διεθνή αξία;
Και αντίστροφα:
Ποιός μπορεί να πει αν η Τέχνη στους δημόσιους χώρους είναι ανώφελη, εσωστρεφής, ευκαιριακή, αυταρχική και ασύνδετη με την διεθνή εμπειρία;
Ποιός μπορεί να πει ότι ζούμε σε μία πόλη όπου κάθε πολίτης έχει ελευθερία εικαστικής έκφρασης ως εκεί που δεν παραβιάζει την ελευθερία του συμπολίτη του;
Ότι η κοινωνία έχει τους τρόπους να παρέχει σε κάθε πολίτη τα δικαιώματά του στην αισθητική;
Και αντίστροφα:
Ποιός μπορεί να πει ότι ζούμε σε μια πόλη που κάποιος μπορεί να εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις και να καταπατά, να παραβιάζει κατάφορα την δημόσια και ιδιωτική αισθητική και περιουσία των συμπολιτών του;
Ότι κάποιος μπορεί να οδηγεί εικαστικά, αισθητικά, την πόλη σε μια αθέμιτη οδό επειδή μπορεί και είναι ανεξέλεγκτος;
* * *
Αν αυτά, αγαπητέ αρχισυντάκτη, σας φαίνονται ελάσσονος σημασίας, θα επισημάνω πως κάθε παιδαγωγός κάποια στιγμή καλείται να τα εξηγήσει στους μαθητές του. Εκ των πραγμάτων.
Ο τόπος που ζουν τα παιδιά είναι ο πρώτος χώρος μετάγγισης αξιών και πεποιθήσεων.
Αν κάποιος σιωπήσει μπροστά στην εικαστική και αισθητική παρεκτροπή, ουσιαστικά δίνει ένα μάθημα στα παιδιά. Και μάλιστα βιωματικό. Ένα μάθημα ανοχής και αδιαφορίας, που εν τέλει συνιστούν προσβολή, αν όχι βιασμό, της προσωπικότητας του πολίτη. Κι αυτό το μάθημα ποτέ δεν δίνεται στην Εκπαίδευση. Το αντίθετο, θα έλεγα ισχύει.
* * *
Απ’ την άλλη, δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω το όραμα των σοφών περί των θεμάτων αυτών, για την πόλη μας.
Δεν είμαι καν σε θέση να γνωρίζω αν υπάρχει φορέας, ενότητα, ένωση, επιτροπή, συμβούλιο, οτιδήποτε που να μεριμνά για το όραμα, τον σχεδιασμό την εικαστική προοπτική και το περιβαλλοντικό μέλλον ενός τόπου.
Γνωρίζω όμως πως στην Εκπαίδευση πάντα υπάρχει ένα όραμα για το κάθε τί.
Η Τέχνη μέσα στην τάξη είναι πάντα με κεφαλαίο «Τ».
Ο σεβασμός προς το δημόσιο χώρο, είτε είναι από τους σοφούς της πόλης που θα στήσουν τα αγάλματα και τα μνημεία, είτε από τον κάθε πολίτη που μπορεί το χέρι του να οπλιστεί με ένα σπρέι, ο σεβασμός που πρέπει να υπάρχει στο δημόσιο χώρο, είναι Αξία, με κεφαλαίο «Α».
Γι’ αυτά τα θέματα, μπροστά στα παιδιά δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να είμαστε αισιόδοξοι.
Και η αισιοδοξία για το παρόν και το μέλλον, που πρέπει να εκπέμπουμε απέναντι στα παιδιά, τους συνεχιστές μας, πρέπει να πηγάζει από μέσα μας, να είναι γνήσια.
Εύχομαι ο καθένας από το πόστο του να μπορεί να δίνει δύναμη στους παιδαγωγούς να έχουν πηγαία αισιοδοξία.
Και για θέματα εικαστικά, αισθητικά. Να έχουμε θετικό πρόσημο.
Ποιος στ’ αλήθεια θα ήθελε εκεί να είμαστε «ουδέτεροι»;
Καλά Χριστούγεννα
Η παραπαιδαγωγός